Ας δούμε κάποιες από τις τοποθετήσεις μας και ας αναθεωρήσουμε όποιες νομίζουμε ότι χρειάζεται.
Αντιδρούμε, αλλά πώς; Έχουμε το θάρρος να τα σπάμε στα συλλαλητήρια αλλά συχνά δεν έχουμε το θάρρος να κάνουμε αυτό που έκαναν τα παιδιά ενός Λυκείου της Θεσσαλονίκης:
Αναρτήθηκε από το ιστολόγιο ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ
Τοὺς ακούει κανείς;
Συχνά τρέφουμε αρνητικά συναισθήματα για τους γονείς μας και έχουμε απωθημένα, ακόμα και σε μεγάλη ηλικία. Η αρνητικότητα αυτή μπορεί να είναι βάσιμη και να τρέφεται από πραγματικά άσχημη συμπεριφορά των γονέων είτε να είναι αβάσιμη και να τρέφεται απλώς από εντυπώσεις που εμείς έχουμε.
Η παρακάτω ιστορία όμως, κάτι έχει να μας διδάξει ειδικά αν η αρνητικότητά μας προς τους γονείς οφείλεται σε εντυπώσεις δικές μας. Γενικά, ας είμαστε επιφυλακτικοί στην κριτική μας προς τους άλλους, γιατί ποτέ δεν ξέρουμε...:
ΤΟ ΜΑΤΙ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ
Η μητέρα του είχε μόνο ένα μάτι …Ντρεπόταν γι’ αυτήν κι ώρες ώρες την μισούσε. Η δουλειά της ήταν μαγείρισσα στην φοιτητική λέσχη. Μαγείρευε για τους φοιτητές και τους καθηγητές για να βγάζει τα έξοδά τους. Δεν ήθελε να του μιλάει για να μην μαθαίνουν ότι είναι παιδί μιας μητέρας με ένα μάτι. Οι φοιτήτριες έφευγαν γρήγορα, όποτε την έβλεπαν να βγαίνει για λίγο από την κουζίνα κι έλεγαν πως δεν άντεχαν το θέαμα και πως τους προκαλούσε μια ανυπόφορη ανατριχίλα…
Μα από μικρόs είχε πρόβλημα με την εικόνα της μητέρας του. Μια μέρα όταν ακόμη πήγαινε στο δημοτικό, πέρασε η μητέρα του στο διάλειμμα να του πει ένα γεια. Ένοιωσε πολύ στενοχωρημένos. «Πως μπόρεσε να του το κάνει αυτό» αναρωτιόταν … Την αγνόησε, της έριξε μόνο ένα μισητό βλέμμα κι έτρεμε. Την επόμενη μέρα ένας από τους συμμαθητές του φώναξε: «Εεεε, η μητέρα σου έχει μόνο ένα μάτι!.. Ήθελε να πεθάνει. Ήθελε να εξαφανιστεί. Όταν γύρισε σπίτι, της είπε: «αν είναι όλοι να γελάνε μαζί μου εξαιτίας σου τότε καλύτερα να πεθάνεις!». Αυτή δεν του απάντησε …«Δεν μ’ ένοιαζε τι είπα ή τι αισθάνθηκε, γιατί ήμουν πολύ νευριασμένος», έλεγε αργότερα σ’ ένα φίλο του. «Ήθελα να φύγω από εκείνο το σπίτι και να μην έχω καμία σχέση μαζί της. Έτσι διάβασα πάρα πολύ σκληρά με σκοπό να φύγω μια μέρα μακριά για σπουδές … και τα κατάφερα, μα ήλθε κι έπιασε αυτή τη δουλειά στη λέσχη για να με βοηθάει …Δεν μπορούσε να πάει κάπου αλλού;».
Αργότερα παντρεύτηκε. Αγόρασε ένα δικό του σπίτι. Έκανε δικά του παιδιά κι ήταν ευχαριστημένος με τη ζωή του, τα παιδιά του, την γυναίκα του και τη δουλειά του! Μια μέρα μετά από χρόνια απουσίας, όπως ο ίδιος της ζήτησε η μητέρα του πήγε να τον επισκεφτεί. Δεν είχε δει ποτέ από κοντά τα εγγόνια της. Μόλις εμφανίστηκε στην πόρτα, τα παιδιά του άρχισαν να γελάνε, θύμωσε επειδή είχε πάει χωρίς να του το ζητήσει και χωρίς να τον προειδοποιήσει. Τότε της φώναξε: «πως τολμάς να έρχεσαι ξαφνικά στο σπίτι μου και να τρομάζεις τα παιδιά μου; Βγες έξω! Φύγε!». Η μητέρα του απάντησε γαλήνια: «Αα, πόσο λυπάμαι, κύριε! Μάλλον μου έδωσαν λάθος διεύθυνση» κι εξαφανίστηκε, χωρίς να καταλάβουν τα μικρά πως είναι γιαγιά τους …
Πέρασαν χρόνια και μια μέρα βρήκε στο γραμματοκιβώτιο του σπιτιού του μια επιστολή για τη σχολική συγκέντρωση της τάξης του από το δημοτικό σχολείο, που θα γινόταν στην πόλη πού γεννήθηκε … Είπε ψέματα στη γυναίκα του ότι θα έκανε ένα επαγγελματικό ταξίδι και πήγε. Όταν τελείωσε η συγκέντρωση των συμμαθητών, πήγε στο σπίτι που μεγάλωσε, μόνο από περιέργεια … Οι γείτονες, του είπαν ότι η μητέρα του είχε πεθάνει πρόσφατα. Δεν έβγαλε ούτε ένα δάκρυ.
Του έδωσαν ένα γράμμα που είχε αφήσει γι’ αυτόν: «Αγαπημένε μου γιέ, σε σκέφτομαι συνέχεια. Λυπάμαι που ήρθα στο σπίτι σου και φόβισα τα παιδιά σου. Έμαθα ότι έρχεσαι για την σχολική συγκέντρωση κι ένοιωσα πολύ χαρούμενη. Αλλά φοβάμαι ότι μπορεί να μην είμαι σε θέση να σηκωθώ από το κρεβάτι για να έρθω να σε δω. Έγραψα αυτό το γράμμα να στο δώσουν αν δεν με προφτάσεις. Στεναχωριέμαι που σε έφερνα σε δύσκολη θέση και ντρεπόσουν για μένα όσο ήσουν μικρός. Βλέπεις …όταν ήσουν πολύ μικρός, είχες ένα σοβαρό ατύχημα κι έχασες το μάτι σου. Δεν θα μπορούσα να σε βλέπω να μεγαλώνεις με ένα μάτι. Έτσι σου έδωσα το δικό μου. Ήμουν τόσο υπερήφανη που ο γιος μου θα έβλεπε τον κόσμο με τη δική μου βοήθεια, με το δικό μου μάτι … Έχεις πάντα όλη την αγάπη μου». Η μητέρα σου.
Πηγή: Περιοδικό «Όσιος Νικάνωρ»
Τελικά, ό,τι και να είναι οι γονείς μας, ας μην τους κρίνουμε γιατί οι θυσίες τους για μας δεν φαίνονται.
Ακόμα και αν σε ορισμένες περιπτώσεις που μπορεί να είναι ψεύτες ή εγκληματίες, παρ' όλα αυτά η εντολή του Θεού "τίμα τον πατέρα και την μητέρα σου" δεν είναι τυχαία ούτε άσκοπη. Έφεραν στον κόσμο εμάς, ένα μοναδικό και υπέροχο πλάσμα που είναι ο καθένας μας. Και αφού εμείς είμαστε περήφανοι για τον εαυτό μας, γιατί νοιώθουμε ντροπή για τους γονείς μας. Ακόμα και αν εμείς ζούμε με Θεό και αυτοί χωρίς Θεό και μας ενοχλούν αυτά που λένε ή που κάνουνε, ο Θεός που τους δημιούργησε ας τους κρίνει, ας τους φωτίσει και ας τους καθοδηγήσει.
Παρ' όλα τα λάθη των γονιών μας απέναντί μας, αν προσπαθήσουμε όσο μπορούμε να τηρήσουμε αυτή την εντολή. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνουμε υπόδουλοι των γονέων μας σε κάθε απαίτησή τους ή ψυχολογικό τους εκβιασμό, ούτε και να ενδίδουμε σε ανήθικες ή παράνομες απαιτήσεις τους, αλλά να τους μιλάμε και να τους φερόμαστε με σεβασμό, να τους προσέχουμε και να τους φροντίζουμε όσο μπορούμε σε ό,τι έχουν ανάγκη. Τότε θα δούμε την μυστική δύναμη του Θεού που απορρέει από την τήρηση των εντολών Του να κατακλύζει την ζωή μας, τον εαυτό μας και το είναι μας και να δεχόμαστε την ευλογία του σε ό,τι κάνουμε. Αυτό σημαίνει ότι θα γνωρίσουμε δύναμη, αγάπη, επιτυχία, ευτυχία... και ό,τι άλλο μπορούμε να φανταστούμε καλό και ευλογημένο στην ζωή αυτή ("τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου, για να γίνεις μακροχρόνιος και για να ευημερείς επάνω στη γη, την οποία σου δίνει ο Κύριος ο Θεός σου" 5η εντολή)
Οι εντολές κρύβουν δύναμη. Μας οφελεί να τις τηρούμε.
Είμαστε πάντοτε απασχολημένοι και κουρασμένοι. Με έλλειψη χρόνου για τον εαυτό μας, τους φίλους μας και τα παιδιά μας. Παρ' όλα αυτά, χρόνο βρίσκουμε για μικροπράγματα τα οποία θεωρούμε απαραίτητα, είναι όμως; Και με τι αντίτιμο; Ειδικά για τις πιο τρυφερές ψυχούλες τις οποίες έχουμε αναλάβει, ως γονείς, να καθοδηγήσουμε:
Θεέ μου κάνε με...τηλεόραση (έκθεση παιδιού Β δημοτικού)
http://www.constantinosa.gr
Το βρήκαμε αναρτημένο στο ιστολόγιο ΦΙΛΟΙ ΕΝΟΡΙΑΣ ΑΓΙΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΛΟΧΩΡΙΟΥ - ΠΑΝΤΕΙΧΙΟΥ. Περιέχει αξιόλογο υλικό και ιστορίες που μας διδάσκουν. Κοιτάξτε στις στήλες δεξιά και αριστερά με ενδιαφέρουσες αναρτήσεις.
Κυκλοφορεί τελευταία παντού στο διαδίκτυο η παρακάτω συγκλονιστική ιστορία που μας δείχνει τα φοβερά αποτελέσματα του θυμού με όλες τις προεκτάσεις τους. Σωστά ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος παρομοίαζε τον θυμό με παροδική τρέλλα. Η διαφορά είναι πως όταν ο θυμός περάσει, τότε αντιλαμβάνεται ο άνθρωπος τι έκανε ενώ ο τρελλός δεν το αντιλαμβάνεται ποτέ.
Όταν το παιδί είδε τον πατέρα του ….. με τα παραπονεμένα
μάτια του γεμάτα πόνο τον ρώτησε: ” Μπαμπά… πότε τα δάχτυλά μου θα μεγαλώσουν πάλι ?”
Το άτομο βουβό, πήγε πίσω στο αυτοκίνητό του και το κλώτσησε πολλές φορές .
Σκεπτόμενος αυτό που έκανε, βρισκόμενος μπροστά στο αυτοκίνητο του και βλέποντας ξανά τις γρατζουνιές, αντιλήφθηκε ότι το παιδί του είχε γράψει με την πέτρα “ΜΠΑΜΠΑ ΣΕ ΑΓΑΠΩ”.
Την επόμενη ημέρα ο άνδρας αυτός αυτοκτόνησε.
Πριν και από τον θάνατο ακόμα, υπάρχει η μετάνοια και η εξομολόγηση. Αλλάζει και η ψυχή και συχνά και τα αποτελέσματα. Η πατερική διδασκαλία που μιλάει για αποκοπή των παθών, δεν είναι απλά λόγια, είναι δάσκαλος ζωής.
Αν θέλετε να διαβάσετε περισσότερα από το φόρουμ αυτό (έχει συγκλονιστικές ιστορίες), πατήστε εδώ
ΦΟΡΟΥΜ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ "ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ"
Και, αν αγαπάμε τόσο πολύ τα παιδιά μας, θα μπορούσαμε να κάνουμε αυτό; (δείτε το βιντεάκι)
Έχουμε παιδιά που είναι ανυπάκουα; Που περιφρονούν τις νουθεσίες μας ή πήραν τον κακό τον δρόμο; Που δεν ξέρουμε πώς να τα συνετίσουμε;
Η παρακάτω ιστορία, αν και παλαιά, είναι σούπερ επίκαιρη στην εποχή μας και ταιριάζει γάντι για κάθε νέο που κάνει του κεφαλιού του και για κάθε μάνα και πατέρα που αγωνιά για τον δρόμο που πήρε το παιδί του. Την βρήκαμε στο ιστολόγιο
Free Monks: ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΩΝ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΙΠΠΩΝΟΣ ΚΑΙ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ
ΒΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΙΠΠΩΝΟΣ
Την ζωή του Αγίου θα πρέπει να την μελετήσουν ιδιαίτερα οι γονείς. Ειδικά οι γονείς όπου έχασαν τα παιδιά τους. Και δεν εννοούμε ότι τα έχασαν επειδή πέθαναν, αλλά επειδή είναι μακρυά από τον Θεό. Αυτά τα παιδιά δεν ζούνε. Πιστεύουν ότι ζούνε. Νομίζουν ότι ζούνε. Στην ουσία όμως δεν ζούνε. Αυτό θα το ομολογήσει ο ίδιος ο Αυγουστίνος. Ο ίδιος ο Αυγουστίνος θα μας πει ότι τότε νόμιζα ότι ζούσα, τότε νόμιζα ότι χαιρόμουνα κι όμως τότε ήμουν νεκρός. Μάνα και πατέρα, μην χάνεις το θάρρος σου αν το παιδί σου απομακρύνθηκε από τον δρόμο του Θεού. Η μητέρα του Αγίου Αυγουστίνου κατάφερε και έφερε το παιδί της στον δρόμο του Θεού. Κατάφερε να φέρει τον Αυγουστίνο, τον αμαρτωλό Αυγουστίνο, τον βουτηγμένο ολόκληρο μέσα στην αμαρτία, κατάφερε να τον φέρει σε τέτοιο σημείο που όχι μόνο να γίνει Πατήρ της Εκκλησίας, αλλά να τιμάται και ως Αγιος.
Ο Άγιος γεννήθηκε στις 13 Νοεμβρίου του 354 στην Αφρική, και συγκεκριμένα στην Ταγάστη της Νουμιδίας δηλαδή στην σημερινή Αλγερία. Εκεί γεννήθηκε ο Αυγουστίνος. Ο πατέρας του ονομάζεται Πατρίκιος, η δε μητέρα του ονομάζεται Μόνικα. Η Μόνικα ήταν ευσεβής αλλά ο πατέρας του ειδωλολάτρης. Ζούσε ζωή έκλυτη, μακρυά από τον Θεό. Και το ίδιο παρότρυνε και τον γιο του να κάνει. Τον έσπρωχνε συνεχώς προς την αμαρτία. Ήθελε να τον βλέπει να γυρίζει εδώ κι εκεί. Παράλληλα όμως, και παρά τις αντιρρήσεις του Αυγουστίνου, ήθελε το παιδί του να σπουδάσει. Ο Αυγουστίνος στις Εξομολογήσεις του περιγράφει τον εαυτό του· "Δεν ήμουν από τα παιδιά τα ήρεμα και ήσυχα". Και πράγματι ήταν από τούς ζωηρούς τούς νέους, από αυτούς που δεν σηκώνουν εύκολα την φωνή της μάνας και του πατέρα. Ήταν από τα παιδιά που δεν έπαιρναν εύκολα από λόγια αλλά ούτε και από γράμματα έπαιρνε. Δεν του άρεσαν τα γράμματα. Ο ίδιος αναφέρει ότι· "Δεν ήθελα να πηγαίνω σχολείο. Με το ζόρι με έστελναν οι γονείς μου. Πολλές φορές πήγαινα αδιάβαστος, δεν ήξερα μάθημα, αλλά αυτό δεν με ενδιέφερε, ούτε έδινα σημασία καν, αλλά οι γονείς μου με πίεζαν να μάθω. Δεν αγαπούσα καθόλου τα γράμματα, ούτε ήθελα να σπουδάσω, ούτε ήθελα να κάτσω να διαβάσω ποτέ μου". Ο ίδιος όμως αργότερα αναφέρει ότι αυτός ο εξαναγκασμός εκ μέρους των διδασκάλων του κι αυτή η μελέτη που πιεζόταν να κάνει, τελικά τον ωφέλησε.
Σήμερα, βέβαια, οι ψυχολόγοι ισχυρίζονται και συμβουλεύουν τούς γονείς να μην μαλώνουν τα παιδιά, να μην τούς φωνάζουν και προπαντός να μην γίνονται βίαιοι. Δεν μιλάμε για βιαιότητες και για άγριο ξύλο, αλλά το λέει και η αγία Γραφή ότι "όποιος φοβάται το ραβδί του χάνει το παιδί του". Ο Πατρίκιος όμως και η Μόνικα δεν δίσταζαν να στριμώξουν τον Αυγουστίνο για να μελετάει. Καθώς τα χρόνια περνούσαν ο Αυγουστίνος άλλαξε. Από μέτριος έως κακός μαθητής έγινε καλός και μελετηρός. Στην ηλικία των 15 ετών άρχισε να συλλαμβάνει ότι τα γράμματα έχουν αξία και ότι η πίεση που εξασκούσαν οι γονείς του σ’ αυτό το θέμα τον ωφελούσε.
Ο Αυγουστίνος συνέχιζε την αμαρτωλή ζωή του. Όταν επέστρεψε πίσω, η μητέρα του δεν τον δέχθηκε στο σπίτι. "Όχι Αυγουστίνε, σ’ αυτήν την κατάσταση δεν μπορώ να σε δεχθώ στο σπίτι μου σαν Χριστιανή μάνα. Πάρε την παράνομη γυναίκα σου και το παιδί σου και πήγαινε να ζήσεις όπου θέλεις". Και του έκλεισε την πόρτα. Και ο Αυγουστίνος απομακρύνθηκε, συνεχίζοντας την ίδια άσωτη ζωή. Μέσα σ’ αυτά τα χρόνια αποκαλύπτεται όμως και η ιδιοφυΐα του. Διαθέτει ένα σπάνιο ρητορικό τάλαντο. Διαβάζει και μελετά φιλοσόφους και ιδιαίτερα του αρέσει ο Κικέρωνας, σε σημείο, που διαβάζοντάς τον, νοιώθει να τον ανεβάζει σε ύψη πνευματικά. Σε κάποια στιγμή της ζωής του ανοίγει και την Αγία Γραφή, για την οποία τόσα είχε ακούσει από την μητέρα του. Την διαβάζει για λίγο και μετά της δίνει μια και την πετάει λέγοντας: "Πολύ φτηνό αυτό το βιβλίο για έναν φιλόσοφο σαν κι εμένα. Πολύ απλό για τις φιλοσοφικές μου γνώσεις". Μια ευκαιρία χάνεται, γιατί η πρόχειρη μελέτη της Αγίας Γραφής τον ξεγελάει και την απορρίπτει ως βιβλίο απλό και γελοίο. Μια δεύτερη ευκαιρία παρουσιάζεται όταν κάποτε αρρώστησε βαρειά και τότε σκέφθηκε τον θάνατο, μετανόησε και ζήτησε να βαπτισθεί. Σύντομα όμως έγινε καλά, η βάπτιση αναβλήθηκε και ο Αυγουστίνος συνέχισε να ζει μέσα στην αμαρτία. Ήξερε όμως ο Θεός γιατί τότε δεν επέτρεψε να βαπτισθεί ο Αυγουστίνος. Και δεν επέτρεψε, διότι ήξερε εκ των προτέρων, ως παντογνώστης, ότι δεν είχε ακόμη σκοπό να ταπεινωθεί ο Αυγουστίνος. Έβλεπε το υπερήφανο βλέμμα του. Έβλεπε ότι και πάλι θα ξανακυλιόταν στην αμαρτία και γι’ αυτό και δεν επέτρεψε να μολύνει το βάπτισμά του.
Ο Αυγουστίνος μπλέχτηκε μέσα στις φιλοσοφικές του ιδέες και κατέληξε στα δίχτυα της αιρέσεως των Μανιχαίων. Τι αίρεση ήταν οι Μανιχαίοι; Ανακάτευαν την ελληνική, την Ιουδαϊκή και την Χριστιανική θρησκεία. Ήταν ένα μίγμα όλων αυτών των πραγμάτων. Οι αναζητήσεις του Αυγουστίνου τον οδήγησαν στο να πειραματισθεί σε κάθε τι που τον ελκύει. Ο Αυγουστίνος ήταν πνεύμα ανήσυχο, από εκείνα τα πνεύματα που αναζητούν και ψάχνουν για την αλήθεια. Ψάχνουν να βρουν νερό να ξεδιψάσουν. Αλλά ο Αυγουστίνος το νερό το αναζητούσε στα θολά νερά. Το ζήταγε μέσα στη θάλασσα κι έπινε νερό αλμυρό και δεν μπορούσε να ξεδιψάσει. Έτσι αρκετά χρόνια βασανίζεται μέσα στην τρομερή αίρεση των Μανιχαίων. Γίνεται τρομερός και φανατικός υποστηρικτής της. Θρηνεί η μάνα του και κλαίει. Δεν φτάνει που το παιδί της ζει μέσα στην αμαρτία, δεν φτάνει που είχε ήδη ένα εξώγαμο παιδί και μια παράνομη γυναίκα, δεν φθάνουν όλα αυτά, τώρα πέφτει και στα χέρια πλέον των Μανιχαίων. Θρηνεί η μάνα και κλαίει. Κλαίει και παρακαλεί μέρα και νύχτα γονατιστή: "Θεέ μου σώσε το παιδί μου...Θεέ μου σώσε μου τον Αυγουστίνο...". Που αλλού να τρέξει; Καταφεύγει στην Εκκλησία. Καταφεύγει στον Επίσκοπο. Παρακαλεί: "Προσευχηθείτε κι εσείς άγιε Επίσκοπε. Προσευχηθείτε κι εσείς να σωθεί και να γυρίσει το παιδί μου πίσω μετανοημένο...- Μη φοβάσαι Μόνικα, της λέει, τόσα δάκρυα μιας μάνας δεν θα πάνε χαμένα". Αυτά τα λόγια τα έκλεισε για καλά μέσα της η καρδιά αυτής της αγίας μητέρας. Και ο Θεός για να την παρηγορήσει της δείχνει ένα σημάδι.
Βλέπει ένα όνειρο, ότι βάδιζε επάνω σε μία ευθεία σανίδα. Κι από την άλλη πλευρά βλέπει τον υιό της, τον Αυγουστίνο, επάνω στην ίδια σανίδα. Χάρηκε όταν ξύπνησε η μητέρα. "Το παιδί μου θα’ ρθη μαζί μου στον ίσιο δρόμο". Τρέχει χαρούμενα να βρει το παραστρατημένο παιδί της. Του λέει το όνειρο αλλά ο Αυγουστίνος δίνει την δική του ερμηνεία: "Όχι μάνα κάνεις λάθος. Εσύ θα’ ρθείς εκεί που είμαι εγώ, γι’ αυτό συναντηθήκαμε επάνω στον ίδιο δρόμο". Η μάνα πονεί και κλαίει. Φεύγει πάλι στεναχωρημένη, φεύγει πάλι λυπημένη. Και καταφεύγει στις προσευχές, στον Ιησού, στην Παναγία, σε όλους τούς Αγίους δέεται και παρακαλεί να σώσουν τον Αυγουστίνο της.
Ο Αυγουστίνος συνδέεται όμως με τούς φίλους του ακόμη περισσότερο. Τους παρασύρει στην ίδια αίρεση που έχει μπλεχτεί και ο ίδιος. Όμως, ο πιο στενός του φίλος πεθαίνει. Αρρωσταίνει και πεθαίνει. Ας είναι όμως δοξασμένο το όνομα του Θεού. Διότι ο φίλος του πριν πεθάνει ξεγλίστρησε από τα χέρια των Μανιχαίων και επανήλθε στην Ορθόδοξη πίστη. Και πέθανε Ορθόδοξος. Η καρδιά του Αυγουστίνου πονεί και θρηνεί. Όταν μαθαίνει για τον θάνατο του στενού του φίλου όλα γύρω του νεκρώθηκαν. Ήταν ο καλύτερός του φίλος, όπως αναφέρει ο ίδιος. Γράφει στις Εξομολογήσεις του· " Έχασα τον καλύτερό μου φίλο. Η λύπη μου γι’ αυτήν την σκληρή απώλεια βύθισε σε φοβερό σκοτάδι την ψυχή μου. Όλα γύρω μου ήσαν νεκρά. Η πατρίδα μου ήταν μαρτύριο για μένα. Τα μάτια μου τον ζητούσαν εδώ κι εκεί, αλλά δεν τον έβλεπαν και δεν τον έβρισκαν. Όλα γύρω μου ήταν νεκρά. Τίποτε δεν με παρηγορούσε. Ούτε η γοητεία των δασών, ούτε τα αρωματισμένα τοπία, ούτε τα μεγαλοπρεπή συμπόσια, ούτε πλέον οι ηδονές, ούτε τα βιβλία και η ποίηση. Όλα ήσανε για μένα φρικαλέα. Ακόμα και το φως. Απορούσα όταν έβλεπα τούς άλλους ζωντανούς αφού είχε πεθάνει για μένα ο φίλος μου. Ωσάν να επρόκειτο να μην πέθαινε ποτέ. Κι απορούσα ακόμα, γιατί εγώ να ζω, αφού το άλλο εγώ μου, αυτός ο φίλος μου, δεν ευρίσκετο πλέον στην ζωή. Πόσο ωραία είναι η φράσις εκείνου του ποιητού, του Οβιδίου, ο οποίος μιλούσε για τον φίλο του και τον ονόμαζε το ήμισυ της ψυχής του. Ω ναι, αισθανόμουν ότι η ψυχή μου και η ψυχή του ήταν μία. Μια ψυχή σε δύο σώματα. Δεν ήθελα πλέον να ζω. Η ζωή μου ήταν φρικαλέα αφού το εγώ μου είχε μειωθεί κατά το ήμισυ. Μόνο τα δάκρυά μου ήταν γλυκά και αυτά διαδέχτηκαν τον φίλο μου στις ηδονές της ψυχής μου".
Στην Καρχηδόνα θα μείνει πολύ λίγο, θα ρητορεύει, θα διδάσκει, αλλά τελικά θα φύγει. Η φήμη του ως ρήτορα έχει εξαπλωθεί παντού. Τον προτείνουν για ρήτορα στην Ρώμη, για να βγάζει ωραίους λόγους στον Αυτοκράτορα. Παίρνει την απόφαση να πάει στην Ρώμη.
Ο Αυγουστίνος σιγά-σιγά, αρχίζει να διαβάζει. Του αρέσουν οι επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Κάθεται, τις διαβάζει και τις μελετά. Σε κάποια στιγμή, τον επισκέπτεται ένας φίλος του στενός και βλέπει στο γραφείο του, διάφορες φυλλάδες. Νόμισε ότι θα ήταν τίποτε συγγράμματα ρητόρων της αρχαίας εποχής. Διότι στον Αυγουστίνο άρεσε να διαβάζει αρχαίους φιλοσόφους. Γι’ αυτό άλλωστε έγινε και ο ίδιος ρήτορας και φιλόσοφος. Πλησιάζει όμως ο φίλος του και τι να δει; Για μεγάλη του έκπληξη βλέπει ότι αυτή τη φορά, ο Αυγουστίνος διάβαζε τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Τότε κάθεται κοντά του και αρχίζει και του μιλάει για τη ζωή του Μεγάλου Αντωνίου. Του μιλάει για τη ζωή που έζησε στην έρημο ο μέγας αυτός ασκητής. Ο Αυγουστίνος αρχίζει να ταράσσεται. Τα χάνει με όσα ακούει γύρω από τη ζωή του Αγίου Αντωνίου. Μόνος του κάποια στιγμή συναισθάνεται το βάθος των λόγων που ακούει και αναφωνεί: "Αλύπιε, εμείς τι κάνουμε; Αμαθείς άνθρωποι, αμαθή άνθρωπο ονομάζει τον Μεγάλο Αντώνιο ο οποίος ήταν αγράμματος τελείως, σηκώνονται και αρπάζουν και κερδίζουν τον Ουρανό και εμείς με τέτοια γνώση και μόρφωση που έχουμε, χωρίς καρδιά κυλιόμεθα, με τη σάρκα και με το αίμα μέσα στην αμαρτία, ντρεπόμεθα να ακολουθήσουμε αυτούς, επειδή προηγήθηκαν από εμάς, και δεν ντρεπόμεθα γιατί δεν τούς ακολουθούμε;".
Αρχίζει η μεταβολή. "Έως πότε Κύριε θα αμαρτάνω; " αναρωτιέται. Παίρνει πλέον σταθερή την απόφαση, "Ποτέ πια δεν θα ξαναμαρτήσω". Και ο Αυγουστίνος σταματά και απομακρύνεται από την αμαρτία. Αρχίζει να ζει ζωή αγία. Ζητά και κατηχείται. Αλλά, θυμάται με συγκίνηση τα δάκρυα της μάνας του. "Αλύπιε", λέει στο φίλο του, "να γράψω στη μητέρα μου, στη μάνα μου, η οποία έκλαιγε και θρηνούσε για το κατάντημά μου".
Ο Αυγουστίνος καλεί τη μητέρα του. Κι η μητέρα του παίρνει το καράβι. Ω! μάνα αγία που παίρνεις το καράβι και έρχεσαι στη Ρώμη. Ω μάνα αγία που διασχίζεις θάλασσες και κύματα για να συναντήσεις το παιδί σου! Πως να μη κάνης με τα δάκρυά σου τον Ουρανό να λυγίσει; Πως να κρυφθεί η αγάπη που έχεις στο παιδί σου; Το καράβι όμως, ο διάβολος απειλεί να το βουλιάξει. Μη φοβείσθε, λέει η Μόνικα. Και γονατίζει και προσεύχεται. Και το καράβι φθάνει σώο και αβλαβές στη Ρώμη. Φθάνει η μητέρα του στα Μεδιόλανα και βλέπει τον γιο της. Τον γιο της μαζί με το εξώγαμο παιδί του, που πλέον είναι νέος κι αυτός 15 ετών, να κατηχούνται από τον Άγιο Αμβρόσιο, να παρακολουθούν τα κηρύγματά του. Φθάνει το Πάσχα που ετοιμάζεται και η βάπτιση του Αγίου Αυγουστίνου. Τώρα βλέπει πια η Μόνικα τον γιο της να φοράει τη λευκή στολή, που φορούσαν τότε όσοι εβαπτίζοντο. Τον λευκό χιτώνα φορά δίπλα του και το παράνομο παιδί του. Και οι δύο έτοιμοι, κατηχημένοι χριστιανοί. Ένας φιλόσοφος, ένας ρήτορας, προσέρχεται μετά από μεγάλη περιπλάνηση μέσα στην αμαρτία και παραπλάνηση, προσέρχεται τώρα στην πίστη μας. Η μητέρα, η αγία Μόνικα, ξεσπάει σε δάκρυα λέγοντας: "Θεέ μου, Σ’ ευχαριστώ... Σ’ ευχαριστώ...".
Σκεφτείτε την καρδιά αυτής της μητέρας, που τόσα χρόνια παρακαλούσε, παρακαλούσε ακούραστα και υπομονετικά, και αυτό που είδε τώρα την χαροποιεί τόσο πολύ, δοξάζει τον Θεό και ξεσπάει σε δάκρυα ευτυχίας και ευχαριστίας. Μεγάλο Σάββατο το βαπτιστήριο ετοιμάζεται. Και ο Αυγουστίνος προσέρχεται, μαζί με το γιο του, στις 25 Απριλίου του 387 για να γίνει μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού. Ο Αυγουστίνος, από τον Άγιο Αμβρόσιο, Επίσκοπο Μεδιολάνων, βαπτίζεται χριστιανός. Πόσο χαίρει, η καρδιά αυτής της μάνας. Τώρα πλέον αρχίζει νέα ζωή μαζί με την μητέρα του και με το παιδί του, που είναι πλέον και πνευματικά αδέλφια.
Η παράνομη γυναίκα, ειδωλολάτρισσα, καταλαβαίνει ότι δεν έχει θέση κοντά του. Ο Αυγουστίνος έχει ριζικά αλλάξει. Δεν είναι πλέον, εκείνος ο διεφθαρμένος άνθρωπος που γνωρίζει. Ο Αυγουστίνος είναι πλέον πιστός, ορθόδοξος χριστιανός. Αναγκάζεται και τον εγκαταλείψει και γυρίζει στην Αφρική, στην πατρίδα της. Αλλά, και ο Αυγουστίνος, σκέφτεται ότι δεν μπορεί να κάνει πια τίποτα στην διεφθαρμένη Ρώμη. Προτείνει στην μητέρα του να γυρίσουν πίσω στην πατρίδα τους. Λίγες μέρες πριν την αναχώρησή τους κάθονται μαζί στις όχθες του Τίβερη και συνομιλούν· "Αυγουστίνε αυτό που ήθελα να δω, το είδα. Χρόνια ολόκληρα παιδί μου, το ξέρεις, προσευχόμουνα για να σωθείς και όχι μόνο ο Θεός μου έδωσε τη σωτηρία σου, αλλά χάρηκα που είδα τη βάπτισή σου και ότι είσαι πλέον μέλος της εκκλησίας. Δεν υπάρχει πλέον λόγος ο Θεός να με κρατά άλλο στη ζωή". Και ξαφνικά, μέσα σε 5 ημέρες, η Μόνικα αρρωσταίνει βαρειά. Ο πυρετός ανεβαίνει και έρχεται ο θάνατος. Πολύ γρήγορα η αγία Μόνικα παραδίδει την ψυχή της στο Θεό ευχαριστημένη, διότι το παιδί της είχε πλέον σωθεί. Τα δάκρυά της έσωσαν τον Αυγουστίνο.
Το ακούτε γονείς; Αν θέλετε τα παιδιά σας να στέκονται και να τα βλέπετε ψηλά, εσείς πρέπει να είσθε στα γόνατα και με δάκρυα στα μάτια. Έχουμε πατέρα στοργικό, και αν τα παιδιά σας φύγανε από κοντά σας έχει τη δύναμη, όπως τον Άγιο Αυγουστίνο να σας τα φέρει πίσω. Και όχι μόνο έδωσε τη χαρά, ο Θεός στη Μόνικα και βράβευσε τα δάκρυα της, αλλά πλέον από τούς ουρανούς, μαζί με τον σύζυγό της τον Πατρίκιο, γεύεται μεγαλυτέρας χαράς.
Γυρίζοντας ο Αυγουστίνος με το παιδί του στην Αφρική, πεθαίνει και το παιδί του. Πεθαίνει και ο γιος του, το παράνομο, το εξώγαμο παιδί του. "Ο υιός της αμαρτίας μου, ο υιός της ανομίας μου", όπως ο ίδιος τον ονομάζει. Και έτσι μένει ελεύθερος ο Αυγουστίνος από κάθε οικογενειακό βάρος. Ιδρύει εκεί στο σπίτι του μοναστήρι, το κάνει μοναστική αδελφότητα. Ζούνε σαν καλόγεροι, με μερικούς φίλους του, που βρήκε πίσω όταν γύρισε, και τούς έφερε κοντά στο Χριστό. Προσπαθεί να φτιάξει αδελφότητα αλλά δεν το πετυχαίνει γιατί ο Θεός είχε άλλα σχέδια. Και όπως λέγει ο ίδιος "ο Θεός γελούσε με τα σχέδια τα δικά μου, διότι δι’ άλλα σχέδια εκείνος με προόριζε".
Πηγαίνει στη διπλανή πόλη, στον Ιππώνα. Ο Επίσκοπος εκεί ζήτησε και παρέμεινε ο Αυγουστίνος αρκετό χρονικό διάστημα σ’ αυτή την πόλη. Οι χριστιανοί είχαν την ευκαιρία να δουν και να θαυμάσουν τη ζωη και το παράδειγμα του Αυγουστίνου, και σε κάποια στιγμή που είχανε έλλειψη ιερέως, ζητά ο Επίσκοπος έναν καλό ιερέα. Και εδώ είναι αξιοσημείωτο να δούμε πως γινόταν η εκλογή των ιερέων. Ο Επίσκοπος ζητούσε από το ποίμνιό του να διαλέξει για ιερέα έναν καλό άνθρωπο της Επισκοπής. Όταν λοιπόν χρειάστηκαν στον Ιππώνα ιερέα με μια φωνή όλοι φώναξαν: "Τον Αυγουστίνο ιερέα". Τα έχασε ο Αυγουστίνος: "Εγώ να γίνω ιερέας; Εγώ που ήμουν ένας άσωτος, ένας πόρνος, ένας αιρετικός..; ". Ο κόσμος όμως επιμένει και ο Αυγουστίνος οφείλει να υποχωρήσει. Ο Επίσκοπος λοιπόν τον χειροτονεί διάκονο και πρεσβύτερο. Και γίνεται ο Αυγουστίνος μέγας και τρανός. Η αγάπη του στον Θεό γίνεται η κινητήρια δύναμη ενός μεγαλεπήβολου και σπάνιου έργου το οποίο αναπτύσσει σαν ιερέας. Και ο καλός Επίσκοπος ζητάει τον Αυγουστίνο όχι μόνο ιερέα αλλά τον θέλει συνεπίσκοπό του. "Να κάνω τον Αυγουστίνο συνεπίσκοπό μου. Να διοικούμε μαζί τον Ιππώνα". Και έτσι ο Αυγουστίνος σύντομα χειροτονείται και Επίσκοπος Ιππώνος, μαζί με τον Επίσκοπο που ήδη ευρίσκετο στην πόλη εκείνη.
Ήρθε η ώρα να παραδώσει την αγία του ψυχή στο Θεό. Η κοίμησή του έγινε στις 23 Αυγούστου του 430. Η Εκκλησία μας, τον κατέταξε μεταξύ των Αγίων πατέρων. Η μνήμη του εορτάζεται στις 15 Ιουνίου, ημέρα κατά την οποία εορτάζει η Ιερά Μονή μας.
Αυτός είναι ο Άγιος Αυγουστίνος. Αυτή είναι η ζωή και το έργο του, και με λίγα λόγια το πως ξεκίνησε και που έφθασε το παιδί της χάριτος του Θεού. Πως ο Θεός τον πήρε μέσα απ’ την αμαρτία και τον έσωσε. Γι’ αυτό κι εκείνος μεσιτεύει ενώπιον του θρόνου του Θεού για τούς άσωτους νέους που παρεκκλίνουν από τον δρόμο Του. "Νέοι, μην ψάχνετε τη χαρά ", φωνάζει ο ίδιος ο Αυγουστίνος, "μην ψάχνετε τη χαρά στις γυναίκες, στα μεθύσια, στις καφετέριες, στις ντισκοτέκ. Δεν υπάρχει χαρά κι ευτυχία εκεί πέρα. Ο ίδιος ο Αυγουστίνος τα’ ομολογεί που τα έζησε. Νέοι, χαρά και ευτυχία, θα βρείτε μόνο κοντά στο Χριστό. Κι εσείς γονείς αν θέλετε να σώσετε τα παιδιά σας, μιμηθείτε την αγία Μόνικα. Γίνετε κι εσείς Μόνικες. Μιμηθείτε τη μητέρα του Αυγουστίνου, για να δείτε τα παιδιά σας να καταταγούν μεταξύ των Αγίων και των Οσίων, για να δοξάζουν το Πανάγιον όνομα του Ιησού μας, Ον υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τούς αιώνας. ΑΜΗΝ.
Ακολουθούν δύο συνεντεύξεις. Από ποιούς; Θα δείτε. Τα κείμενα αυτά αποτελούν φυσικά προϊόν μυθοπλασίας. Όμως, αν θα θέλαμε με την σκέψη μας να καταλάβουμε κάπως πώς έχουν τα πράγματα και πώς τοποθετούμαστε συνήθως απέναντί τους, τότε οι παρακάτω δύο συνεντεύξεις μας δίνουν μια ιδέα, όχι θεολογική αλλά παρ' όλα αυτά σημαντική για την σωτηρία μας:
Και ακολουθεί η δεύτερη συνέντευξη, πιο συγκλονιστική γιατί μας αποκαλύπτει πράγματα που δεν τα είχαμε φανταστεί έτσι όπως είναι. Επίσης προϊόν μυθοπλασίας που όμως έχει βάσεις πραγματικές.
Την βρήκαμε στο φόρουμ του ιστολογίου ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ. Για το φόρουμ πατήστε εδώ:Φόρουμ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Ο Ιησούς Χριστός σου έχει ήδη δώσει την απάντηση:
H ιδέα που έχουμε σήμερα για το Χριστό, κυρίως όσοι δεν τον πιστεύουν, είναι πολύ διαφορετική από αυτή που είχαν όσοι Τον είδαν στην πραγματικότητα. Η παρακάτω επιστολή σχετικά με το παρουσιαστικό του Χριστού μας φαίνεται ενδιαφέρουσα.
Επιστολή του ΠΟΥΒΛΙΟΥ ΛΕΝΤΟΥΛΟΥ για τον Ιησού Χριστό
Πώς μας κερδίζει ο Θεός; Ανυποψίαστα. Και σε απόλυτη ελευθερία. Εμείς Τον επιλέγουμε, αν θέλουμε, σε πλήρη ελευθερία. Αυτός απλά καθοδηγεί την αναζήτησή μας, ώστε να βρούμε τις πληροφορίες που χρειαζόμαστε και, γνωρίζοντας τα πράγματα, να αποφασίσουμε ελεύθερα. "Αυτός που ψάχνει θα βρει και σε αυτόν που χτυπάει την πόρτα θα του ανοιχθεί" μας είπε ο Χριστός μας και έτσι είναι, σε κάθε αναζήτηση.
Η παρακάτω ιστορία βρίσκεται επίσης στο ΦΟΡΟΥΜ "ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ":
Όσο αστείο κι΄ άν φαίνεται, μέσα στό σχέδιο τού Θεού έπαιξε ρόλο καί η έλλειψη μιάς απλής ομπρέλας...
Συχνά μας τυχαίνει να χαλάμε την ημέρα μας για μικρολεπτομέρειες. Δεν έχουμε σκεφθεί όμως ότι μία αρνητική σκέψη μπορεί να μας ταλαιπωρεί αφάνταστα και να καθοδηγεί τον νου μας σε λάθος δρόμο. Mια άλλη τοποθέτηση όμως θα μας ξεκούραζε από άσκοπη σπατάλη του νου μας σε ανωφελή πράγματα
καλός και κακός λογισμός ή μυγα__μελισσα
Κάπως έτσι έβλεπε τα πράγματα και ο Σωκράτης, ο μεγάλος αρχαίος φιλόσοφος:
Εδώ και χρόνια κάποιοι μιλάνε για υποσυνείδητα μηνύματα, μέσα από τα τραγούδια ή κρυμμένα σε πράγματα που βλέπουμε αλλά "δεν τα βλέπουμε". Σαν εισαγωγή στο επόμενο θέμα παραθέτουμε δύο βιντεάκια. Η αλήθεια είναι ότι αυτά που θα δούμε δεν είναι παράδοξα γιατί η σύγχρονη τεχνολογία προσφέρει όλα τα μέσα για να πραγματοποιηθούν τέτοια "κόλπα" ελέγχου του νου:
Όταν λοιπόν μας κατακλύζουν μηνύματα από παντού, μήπως υπάρχει τρόπος, απλός και δυνατός, να ξεκαθαρίσει ο νους μας;
Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ ΝΟΥ:
Αντιδρούμε, αλλά πώς; Έχουμε το θάρρος να τα σπάμε στα συλλαλητήρια αλλά συχνά δεν έχουμε το θάρρος να κάνουμε αυτό που έκαναν τα παιδιά ενός Λυκείου της Θεσσαλονίκης:
Αναρτήθηκε από το ιστολόγιο ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ
Τοὺς ακούει κανείς;
-Κύριε, σήμερα δὲν κάναμε προσευχὴ στὸ προαύλιο, νὰ κάνουμε πρὶν ἀρχίσουμε τὸ μάθημα. Εἶναι ἡ πρώτη ὥρα.
-Προσευχή; Κοιτάξτε, δὲν μοῦ ἀρέσουν τὰ ἀστεία πρωὶ-πρωί.
-Γιατί ἀστεῖο, κύριε; Κάθε πρωὶ δὲν κάνουμε προσευχὴ πρὶν νὰ μποῦμε στὸς τάξεις; Ἀφοῦ σήμερα ἔβρεχε καὶ δὲν κάναμε ἔξω, γιατί νὰ μὴν κάνουμε στὴν τάξη;
-Ἄλλο ἔξω καὶ ἄλλο στὴν τάξη. Δὲν ἐπιτρέπεται ἀπὸ τὸ νόμο.
-Δὲν ἐπιτρέπεται ἡ προσευχή; Ἔξω ἐπιτρέπεται καὶ μέσα ἀπαγορεύεται; Τί νόμος εἶναι αὐτός;
-Ἐμεῖς θὰ κάνουμε προσευχή. Ἂν δὲν θέλετε, ἐσεῖς μπορεῖτε νὰ μὴ συμμετέχετε.
Σύσσωμη ἡ τάξη σηκώθηκε ὄρθια. Ἄρχισε ἕνας στὴν ἀρχὴ καὶ μία-μία ἑνώνονταν οἱ φωνὲς ὥσπου κατέληξαν σὲ μία ὁμοβροντία: «Ἅγιος ὁ Θεός, ἅγιος ἰσχυρός…». Δὲν ἔλειψε κανείς. Δὲν προβληματίστηκε οὔτε ἕνας γιὰ τὰ σχόλια τοῦ καθηγητῆ ἢ γιὰ τὴν βαθμολογία. Τὸ περιστατικὸ συνέβη σὲ Λύκειο τῆς περιφέρειας Θεσσαλονίκης. Εὖγε σὲ ὅλο τὸ τμῆμα. Μείνετε ἀδέσμευτοι καὶ ἀνυπότακτοι, παιδιά, πάντα γιὰ τὰ μεγάλα καὶ τὰ ὡραία!
Μία σπίθα χρειάζεται γιὰ νὰ...ἀνάψει ἡ πυρκαγιά. Κι ἀπ’ ὅτι φαίνεται αὐτὴ ἡ σπίθα κρατιέται ἀκόμη ἀναμμένη στὶς καρδιὲς κάποιων νέων, κάποιων 16χρονων, 17χρονων παιδιῶν. Δὲν διαδηλώνουν στοὺς δρόμους, δὲν πετροβολοῦν, δὲν σπάζουν ἀλλὰ ἐντούτοις ἐπαναστατοῦν. Ἀπαιτοῦν μὲ τὴ στάση τους νὰ παραμείνει ἡ παιδεία μᾶς ἑλληνοχριστιανική. Ἐλπίζουμε ὅτι κάποιος θὰ τοῦς ἀκούσει.
Η παρακάτω ιστορία όμως, κάτι έχει να μας διδάξει ειδικά αν η αρνητικότητά μας προς τους γονείς οφείλεται σε εντυπώσεις δικές μας. Γενικά, ας είμαστε επιφυλακτικοί στην κριτική μας προς τους άλλους, γιατί ποτέ δεν ξέρουμε...:
ΤΟ ΜΑΤΙ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ
Η μητέρα του είχε μόνο ένα μάτι …Ντρεπόταν γι’ αυτήν κι ώρες ώρες την μισούσε. Η δουλειά της ήταν μαγείρισσα στην φοιτητική λέσχη. Μαγείρευε για τους φοιτητές και τους καθηγητές για να βγάζει τα έξοδά τους. Δεν ήθελε να του μιλάει για να μην μαθαίνουν ότι είναι παιδί μιας μητέρας με ένα μάτι. Οι φοιτήτριες έφευγαν γρήγορα, όποτε την έβλεπαν να βγαίνει για λίγο από την κουζίνα κι έλεγαν πως δεν άντεχαν το θέαμα και πως τους προκαλούσε μια ανυπόφορη ανατριχίλα…
Μα από μικρόs είχε πρόβλημα με την εικόνα της μητέρας του. Μια μέρα όταν ακόμη πήγαινε στο δημοτικό, πέρασε η μητέρα του στο διάλειμμα να του πει ένα γεια. Ένοιωσε πολύ στενοχωρημένos. «Πως μπόρεσε να του το κάνει αυτό» αναρωτιόταν … Την αγνόησε, της έριξε μόνο ένα μισητό βλέμμα κι έτρεμε. Την επόμενη μέρα ένας από τους συμμαθητές του φώναξε: «Εεεε, η μητέρα σου έχει μόνο ένα μάτι!.. Ήθελε να πεθάνει. Ήθελε να εξαφανιστεί. Όταν γύρισε σπίτι, της είπε: «αν είναι όλοι να γελάνε μαζί μου εξαιτίας σου τότε καλύτερα να πεθάνεις!». Αυτή δεν του απάντησε …«Δεν μ’ ένοιαζε τι είπα ή τι αισθάνθηκε, γιατί ήμουν πολύ νευριασμένος», έλεγε αργότερα σ’ ένα φίλο του. «Ήθελα να φύγω από εκείνο το σπίτι και να μην έχω καμία σχέση μαζί της. Έτσι διάβασα πάρα πολύ σκληρά με σκοπό να φύγω μια μέρα μακριά για σπουδές … και τα κατάφερα, μα ήλθε κι έπιασε αυτή τη δουλειά στη λέσχη για να με βοηθάει …Δεν μπορούσε να πάει κάπου αλλού;».
Αργότερα παντρεύτηκε. Αγόρασε ένα δικό του σπίτι. Έκανε δικά του παιδιά κι ήταν ευχαριστημένος με τη ζωή του, τα παιδιά του, την γυναίκα του και τη δουλειά του! Μια μέρα μετά από χρόνια απουσίας, όπως ο ίδιος της ζήτησε η μητέρα του πήγε να τον επισκεφτεί. Δεν είχε δει ποτέ από κοντά τα εγγόνια της. Μόλις εμφανίστηκε στην πόρτα, τα παιδιά του άρχισαν να γελάνε, θύμωσε επειδή είχε πάει χωρίς να του το ζητήσει και χωρίς να τον προειδοποιήσει. Τότε της φώναξε: «πως τολμάς να έρχεσαι ξαφνικά στο σπίτι μου και να τρομάζεις τα παιδιά μου; Βγες έξω! Φύγε!». Η μητέρα του απάντησε γαλήνια: «Αα, πόσο λυπάμαι, κύριε! Μάλλον μου έδωσαν λάθος διεύθυνση» κι εξαφανίστηκε, χωρίς να καταλάβουν τα μικρά πως είναι γιαγιά τους …
Πέρασαν χρόνια και μια μέρα βρήκε στο γραμματοκιβώτιο του σπιτιού του μια επιστολή για τη σχολική συγκέντρωση της τάξης του από το δημοτικό σχολείο, που θα γινόταν στην πόλη πού γεννήθηκε … Είπε ψέματα στη γυναίκα του ότι θα έκανε ένα επαγγελματικό ταξίδι και πήγε. Όταν τελείωσε η συγκέντρωση των συμμαθητών, πήγε στο σπίτι που μεγάλωσε, μόνο από περιέργεια … Οι γείτονες, του είπαν ότι η μητέρα του είχε πεθάνει πρόσφατα. Δεν έβγαλε ούτε ένα δάκρυ.
Του έδωσαν ένα γράμμα που είχε αφήσει γι’ αυτόν: «Αγαπημένε μου γιέ, σε σκέφτομαι συνέχεια. Λυπάμαι που ήρθα στο σπίτι σου και φόβισα τα παιδιά σου. Έμαθα ότι έρχεσαι για την σχολική συγκέντρωση κι ένοιωσα πολύ χαρούμενη. Αλλά φοβάμαι ότι μπορεί να μην είμαι σε θέση να σηκωθώ από το κρεβάτι για να έρθω να σε δω. Έγραψα αυτό το γράμμα να στο δώσουν αν δεν με προφτάσεις. Στεναχωριέμαι που σε έφερνα σε δύσκολη θέση και ντρεπόσουν για μένα όσο ήσουν μικρός. Βλέπεις …όταν ήσουν πολύ μικρός, είχες ένα σοβαρό ατύχημα κι έχασες το μάτι σου. Δεν θα μπορούσα να σε βλέπω να μεγαλώνεις με ένα μάτι. Έτσι σου έδωσα το δικό μου. Ήμουν τόσο υπερήφανη που ο γιος μου θα έβλεπε τον κόσμο με τη δική μου βοήθεια, με το δικό μου μάτι … Έχεις πάντα όλη την αγάπη μου». Η μητέρα σου.
Πηγή: Περιοδικό «Όσιος Νικάνωρ»
Ακόμα και αν σε ορισμένες περιπτώσεις που μπορεί να είναι ψεύτες ή εγκληματίες, παρ' όλα αυτά η εντολή του Θεού "τίμα τον πατέρα και την μητέρα σου" δεν είναι τυχαία ούτε άσκοπη. Έφεραν στον κόσμο εμάς, ένα μοναδικό και υπέροχο πλάσμα που είναι ο καθένας μας. Και αφού εμείς είμαστε περήφανοι για τον εαυτό μας, γιατί νοιώθουμε ντροπή για τους γονείς μας. Ακόμα και αν εμείς ζούμε με Θεό και αυτοί χωρίς Θεό και μας ενοχλούν αυτά που λένε ή που κάνουνε, ο Θεός που τους δημιούργησε ας τους κρίνει, ας τους φωτίσει και ας τους καθοδηγήσει.
Παρ' όλα τα λάθη των γονιών μας απέναντί μας, αν προσπαθήσουμε όσο μπορούμε να τηρήσουμε αυτή την εντολή. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνουμε υπόδουλοι των γονέων μας σε κάθε απαίτησή τους ή ψυχολογικό τους εκβιασμό, ούτε και να ενδίδουμε σε ανήθικες ή παράνομες απαιτήσεις τους, αλλά να τους μιλάμε και να τους φερόμαστε με σεβασμό, να τους προσέχουμε και να τους φροντίζουμε όσο μπορούμε σε ό,τι έχουν ανάγκη. Τότε θα δούμε την μυστική δύναμη του Θεού που απορρέει από την τήρηση των εντολών Του να κατακλύζει την ζωή μας, τον εαυτό μας και το είναι μας και να δεχόμαστε την ευλογία του σε ό,τι κάνουμε. Αυτό σημαίνει ότι θα γνωρίσουμε δύναμη, αγάπη, επιτυχία, ευτυχία... και ό,τι άλλο μπορούμε να φανταστούμε καλό και ευλογημένο στην ζωή αυτή ("τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου, για να γίνεις μακροχρόνιος και για να ευημερείς επάνω στη γη, την οποία σου δίνει ο Κύριος ο Θεός σου" 5η εντολή)
Οι εντολές κρύβουν δύναμη. Μας οφελεί να τις τηρούμε.
Είμαστε πάντοτε απασχολημένοι και κουρασμένοι. Με έλλειψη χρόνου για τον εαυτό μας, τους φίλους μας και τα παιδιά μας. Παρ' όλα αυτά, χρόνο βρίσκουμε για μικροπράγματα τα οποία θεωρούμε απαραίτητα, είναι όμως; Και με τι αντίτιμο; Ειδικά για τις πιο τρυφερές ψυχούλες τις οποίες έχουμε αναλάβει, ως γονείς, να καθοδηγήσουμε:
"ΘΕΕ ΜΟΥ, ΑΠΟΨΕ ΣΟΥ ΖΗΤΑΩ ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΤΟ ΘΕΛΩ ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ. ΘΕΛΩ ΝΑ ΜΕ ΚΑΝΕΙΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ. ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΑΡΩ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ. ΝΑ ΕΧΩ ΤΟ ΔΙΚΌ ΜΟΥ ΧΩΡΟ .ΝΑ ΕΧΩ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΟΥ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΕΜΕΝΑ.ΝΑ ΜΕ ΠΑΙΡΝΟΥΝ ΣΤΑ ΣΟΒΑΡΑ ΟΤΑΝ ΜΙΛΑΩ.ΘΕΛΩ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ ΚΑΙ ΝΑ ΜΕ ΑΚΟΥΝΕ ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΚΟΠΕΣ Η ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ.ΘΕΛΩ ΝΑ ΕΧΩ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΠΟΥ ΕΧΕΙ Η ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΟΤΑΝ ΔΕ ΛΕΙΤΟΥΡΓΕΙ.ΟΤΑΝ ΕΙΜΑΙ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ, ΘΑΧΩ ΤΗ ΠΑΡΕΑ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ ΟΤΑΝ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΠΙΤΙ ΑΠΟ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΑΚΟΜΑ ΚΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΚΟΥΡΑΣΜΕΝΟΣ.ΚΑΙ ΘΕΛΩ ΤΗ ΜΑΜΑ ΜΟΥ ΝΑ ΜΕ ΘΕΛΕΙ ΟΤΑΝ ΕΙΝΑΙ ΛΥΠΗΜΕΝΗ ΚΑΙ ΣΤΕΝΟΧΩΡΗΜΕΝΗ, ΑΝΤΙ ΝΑ ΜΕ ΑΓΝΟΕΙ...ΘΕΛΩ Τ'ΑΔΕΛΦΙΑ ΜΟΥ ΝΑ ΜΑΛΩΝΟΥΝ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΠΕΡΝΑΕΙ ΩΡΕΣ ΜΑΖΙ ΜΟΥ.ΘΕΛΩ ΝΑ ΝΙΩΘΩ ΟΤΙ Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΜΟΥ ΑΦΗΝΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΣΤΗΝ ΑΚΡΗ, ΠΟΤΕ ΠΟΤΕ,ΜΟΝΟ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΙ ΛΙΓΟ ΧΡΟΝΟ ΜΕ ΜΕΝΑ.ΚΑΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ, ΚΑΝΕ ΜΕ ΕΤΣΙ ΩΣΤΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΚΑΝΩ ΟΛΟΥΣ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΧΑΡΟΥΜΕΝΟΥΣ.ΘΕΕ ΜΟΥ ΔΕ ΖΗΤΏ ΠΟΛΛΑ..ΘΕΛΩ ΜΟΝΟ ΝΑ ΓΙΝΩ ΣΑ ΜΙΑ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ!!".Την δασκάλα που την διάβασε (καθώς βαθμολογούσε) την έκανε να κλάψει. Ο σύζυγός της που μόλις είχε μπει στο σπίτι, τη είδε και...-Τι συμβαίνει; τη ρώτησε.-Διάβασε αυτή την έκθεση, την έχει γράψει ένας μαθητής μου, του απάντησε.-Θεέ μου, το καημένο το παιδί. Τι αδιάφοροι γονείς είναι αυτοί, απάντησε με λυπη ο σύζυγος!Τότε αυτή τον κοίταξε και είπε:-Αυτή η έκθεση είναι του γυιού μας!.."Έκθεση από μαθητή Δευτέρας δημοτικού με θέμα: " ΤΙ ΘΕΛΩ ΝΑ ΖΗΤΗΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΘΕΟ".
http://www.constantinosa.gr
Το βρήκαμε αναρτημένο στο ιστολόγιο ΦΙΛΟΙ ΕΝΟΡΙΑΣ ΑΓΙΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΛΟΧΩΡΙΟΥ - ΠΑΝΤΕΙΧΙΟΥ. Περιέχει αξιόλογο υλικό και ιστορίες που μας διδάσκουν. Κοιτάξτε στις στήλες δεξιά και αριστερά με ενδιαφέρουσες αναρτήσεις.
Ενώ ένας άνδρας γυάλιζε το νέο αυτοκίνητό του, ο ηλικίας 4 ετών γιος του, πήρε μια πέτρα και γρατσούνισε με γραμμές μέρος του αυτοκινήτου.
Στο θυμό του απάνω, ο άνδρας αυτός πήρε το χέρι του παιδιού του και χρησιμοποιώντας ένα γαλλικό κλειδί, το χτύπησε πολλές φορές .
Στο νοσοκομείο, το παιδί έχασε όλα τα δάχτυλά του λόγω…των πολλαπλών σπασιμάτων.Όταν το παιδί είδε τον πατέρα του ….. με τα παραπονεμένα
μάτια του γεμάτα πόνο τον ρώτησε: ” Μπαμπά… πότε τα δάχτυλά μου θα μεγαλώσουν πάλι ?”
Το άτομο βουβό, πήγε πίσω στο αυτοκίνητό του και το κλώτσησε πολλές φορές .
Σκεπτόμενος αυτό που έκανε, βρισκόμενος μπροστά στο αυτοκίνητο του και βλέποντας ξανά τις γρατζουνιές, αντιλήφθηκε ότι το παιδί του είχε γράψει με την πέτρα “ΜΠΑΜΠΑ ΣΕ ΑΓΑΠΩ”.
Την επόμενη ημέρα ο άνδρας αυτός αυτοκτόνησε.
Ο θυμός και η αγάπη δεν έχουν κανένα όριο. Επιλέξτε τα τελευταία
για να έχετε μιαν όμορφη, καλή ζωή.
Τα πράγματα υπάρχουν για να χρησιμοποιούνται,
ενώ οι άνθρωποι είναι να για να αγαπηθούν.
Προσέξτε τις σκέψεις σας, γίνονται λέξεις.
Προσέξτε τις λέξεις σας, γίνονται ενέργειες.
Προσέξτε τις ενέργειές σας, γίνονται συνήθειες.
Προσέξτε τις συνήθειές σας που γίνονται χαρακτήρας .
Προσέξτε το χαρακτήρα σας, γίνεται το πεπρωμένο σας…”
για να έχετε μιαν όμορφη, καλή ζωή.
Τα πράγματα υπάρχουν για να χρησιμοποιούνται,
ενώ οι άνθρωποι είναι να για να αγαπηθούν.
Προσέξτε τις σκέψεις σας, γίνονται λέξεις.
Προσέξτε τις λέξεις σας, γίνονται ενέργειες.
Προσέξτε τις ενέργειές σας, γίνονται συνήθειες.
Προσέξτε τις συνήθειές σας που γίνονται χαρακτήρας .
Προσέξτε το χαρακτήρα σας, γίνεται το πεπρωμένο σας…”
Πριν και από τον θάνατο ακόμα, υπάρχει η μετάνοια και η εξομολόγηση. Αλλάζει και η ψυχή και συχνά και τα αποτελέσματα. Η πατερική διδασκαλία που μιλάει για αποκοπή των παθών, δεν είναι απλά λόγια, είναι δάσκαλος ζωής.
Από το ιστολόγιο ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ και το φόρουμ του βρήκαμε κάτι που συμπληρώνει την προηγούμενη ιστορία:
ΜΠΑΜΠΑ ΠΟΣΑ ΒΓΑΖΕΙΣ ΣΕ ΜΙΑ ΩΡΑ;
Ένας πατέρας γυρίζει σπίτι από την εργασία του αργά, κουρασμένος και εκνευρισμένος, για να βρει τον πέντε ετών γιο του να τον περιμένει στην πόρτα.
-Μπαμπά, μπορώ να ρωτήσω κάτι;
-Ναι, βεβαίως, τι είναι;
-Μπαμπά, πόσα παίρνεις σε μια ώρα;
-Αυτό δεν είναι δίκη σου δουλειά, απάντησε θυμωμένος ο πατέρας.
-Θέλω ακριβώς να ξέρω. Παρακαλώ, πες μου πόσα παίρνεις σε μια ώρα;
-Εάν πρέπει να ξέρεις, παίρνω 40 ευρώ την ώρα.
-Ωχ! Μπαμπά, σε παρακαλώ, μπορείς να μου δανείσεις 20 ευρώ;
-Εάν ο μόνος λόγος που ρώτησες είναι να δανεισθείς κάποια χρήματα, για να αγοράσεις ένα ανόητο παιχνίδι ή κάποιες άλλες αηδίες, τότε να πας κατ΄ευθείαν στο δωμάτιο σου και στο κρεβάτι σου. Δεν εργάζομαι σκληρά καθημερινά για τέτοιες παιδαριώδεις επιπολαιότητες.
Το μικρό παιδί πήγε ήσυχα στο δωμάτιο του και έκλεισε την πόρτα. Ο μπαμπάς κάθισε σκεπτόμενος την ερώτηση του παιδιού και νευρίαζε όλο και περισσότερο. «Πώς τόλμησε να υποβάλει τέτοια ερώτηση, για να πάρει μόνο κάποια χρήματα;».
Μετά από μια περίπου ώρα ο μπαμπάς είχε ηρεμήσει και σκέφθηκε: «Ίσως είναι κάτι που πρέπει πραγματικά ν΄αγοράσει ο μικρός με τα 20 ευρώ. Και δεν ζητάει χρήματα πολύ συχνά». Πήγε στην πόρτα του δωματίου του παιδιού και την άνοιξε.
-Κοιμάσαι, γιε μου; Ρώτησε.
-Δεν κοιμάμαι, απάντησε το αγόρι.
-Σκεφτόμουν ότι ίσως ήμουν πολύ σκληρός μαζί σου νωρίτερα. Ήταν μια μεγάλη μέρα και έβγαλα την κούραση μου σε σένα. Εδώ είναι τα 20 ευρώ που μου ζήτησες». Το παιδί έτρεξε κατ΄ευθείαν επάνω του χαμογελώντας.
-Σ΄Ευχαριστώ, μπαμπά, φώναξε. Κατόπιν πάει στο μαξιλάρι του και βγάζει από κάτω κάποια τσαλακωμένα χρήματα. Ο πατέρας, μόλις βλέπει ότι το παιδί έχει ήδη κάποια χρήματα, αρχίζει να νευριάζει, ενώ εκείνο αρχίζει να μετράει σιγά τα χρήματα του και κοιτάζει τον μπαμπά του, που το ρωτά:
-Γιατί θέλεις περισσότερα χρήματα, εφ΄όσον έχεις ήδη μερικά;
-Μπαμπά, έχω 40 ευρώ τώρα. Μπορώ να αγοράσω μια ώρα του χρόνου σου; Σε παρακαλώ, έλα αύριο νωρίς στο σπίτι. Θα ήθελα πολύ να φάμε μαζί.
Ο πατέρας ένοιωσε συντετριμμένος. Αγκάλιασε το μικρό γιο του και τον ικέτευσε να τον συγχωρήσει.
ΜΠΑΜΠΑ ΠΟΣΑ ΒΓΑΖΕΙΣ ΣΕ ΜΙΑ ΩΡΑ;
Ένας πατέρας γυρίζει σπίτι από την εργασία του αργά, κουρασμένος και εκνευρισμένος, για να βρει τον πέντε ετών γιο του να τον περιμένει στην πόρτα.
-Μπαμπά, μπορώ να ρωτήσω κάτι;
-Ναι, βεβαίως, τι είναι;
-Μπαμπά, πόσα παίρνεις σε μια ώρα;
-Αυτό δεν είναι δίκη σου δουλειά, απάντησε θυμωμένος ο πατέρας.
-Θέλω ακριβώς να ξέρω. Παρακαλώ, πες μου πόσα παίρνεις σε μια ώρα;
-Εάν πρέπει να ξέρεις, παίρνω 40 ευρώ την ώρα.
-Ωχ! Μπαμπά, σε παρακαλώ, μπορείς να μου δανείσεις 20 ευρώ;
-Εάν ο μόνος λόγος που ρώτησες είναι να δανεισθείς κάποια χρήματα, για να αγοράσεις ένα ανόητο παιχνίδι ή κάποιες άλλες αηδίες, τότε να πας κατ΄ευθείαν στο δωμάτιο σου και στο κρεβάτι σου. Δεν εργάζομαι σκληρά καθημερινά για τέτοιες παιδαριώδεις επιπολαιότητες.
Το μικρό παιδί πήγε ήσυχα στο δωμάτιο του και έκλεισε την πόρτα. Ο μπαμπάς κάθισε σκεπτόμενος την ερώτηση του παιδιού και νευρίαζε όλο και περισσότερο. «Πώς τόλμησε να υποβάλει τέτοια ερώτηση, για να πάρει μόνο κάποια χρήματα;».
Μετά από μια περίπου ώρα ο μπαμπάς είχε ηρεμήσει και σκέφθηκε: «Ίσως είναι κάτι που πρέπει πραγματικά ν΄αγοράσει ο μικρός με τα 20 ευρώ. Και δεν ζητάει χρήματα πολύ συχνά». Πήγε στην πόρτα του δωματίου του παιδιού και την άνοιξε.
-Κοιμάσαι, γιε μου; Ρώτησε.
-Δεν κοιμάμαι, απάντησε το αγόρι.
-Σκεφτόμουν ότι ίσως ήμουν πολύ σκληρός μαζί σου νωρίτερα. Ήταν μια μεγάλη μέρα και έβγαλα την κούραση μου σε σένα. Εδώ είναι τα 20 ευρώ που μου ζήτησες». Το παιδί έτρεξε κατ΄ευθείαν επάνω του χαμογελώντας.
-Σ΄Ευχαριστώ, μπαμπά, φώναξε. Κατόπιν πάει στο μαξιλάρι του και βγάζει από κάτω κάποια τσαλακωμένα χρήματα. Ο πατέρας, μόλις βλέπει ότι το παιδί έχει ήδη κάποια χρήματα, αρχίζει να νευριάζει, ενώ εκείνο αρχίζει να μετράει σιγά τα χρήματα του και κοιτάζει τον μπαμπά του, που το ρωτά:
-Γιατί θέλεις περισσότερα χρήματα, εφ΄όσον έχεις ήδη μερικά;
-Μπαμπά, έχω 40 ευρώ τώρα. Μπορώ να αγοράσω μια ώρα του χρόνου σου; Σε παρακαλώ, έλα αύριο νωρίς στο σπίτι. Θα ήθελα πολύ να φάμε μαζί.
Ο πατέρας ένοιωσε συντετριμμένος. Αγκάλιασε το μικρό γιο του και τον ικέτευσε να τον συγχωρήσει.
ΦΟΡΟΥΜ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ "ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ"
Η παρακάτω ιστορία, αν και παλαιά, είναι σούπερ επίκαιρη στην εποχή μας και ταιριάζει γάντι για κάθε νέο που κάνει του κεφαλιού του και για κάθε μάνα και πατέρα που αγωνιά για τον δρόμο που πήρε το παιδί του. Την βρήκαμε στο ιστολόγιο
Free Monks: ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΩΝ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΙΠΠΩΝΟΣ ΚΑΙ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ
ΒΙΟΣ ΑΓΙΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΙΠΠΩΝΟΣ
Στις Εξομολογήσεις του γράφει όλη την ζωή του. Δεν διστάζει όσα αμαρτήματα έκανε από τα νειάτα του, από μικρό παιδί και σαν νέος, να τα αναφέρει και να τα καταγράψει ένα προς ένα. Μέσα από κλάματα και θρήνους γράφει: "Θεέ μου πως είχα γίνει, αγνώριστος. Είχα μεταμορφωθεί και το πρόσωπό μου είχε χάσει την ομορφιά που είχε".
Την ζωή του Αγίου θα πρέπει να την μελετήσουν ιδιαίτερα οι γονείς. Ειδικά οι γονείς όπου έχασαν τα παιδιά τους. Και δεν εννοούμε ότι τα έχασαν επειδή πέθαναν, αλλά επειδή είναι μακρυά από τον Θεό. Αυτά τα παιδιά δεν ζούνε. Πιστεύουν ότι ζούνε. Νομίζουν ότι ζούνε. Στην ουσία όμως δεν ζούνε. Αυτό θα το ομολογήσει ο ίδιος ο Αυγουστίνος. Ο ίδιος ο Αυγουστίνος θα μας πει ότι τότε νόμιζα ότι ζούσα, τότε νόμιζα ότι χαιρόμουνα κι όμως τότε ήμουν νεκρός. Μάνα και πατέρα, μην χάνεις το θάρρος σου αν το παιδί σου απομακρύνθηκε από τον δρόμο του Θεού. Η μητέρα του Αγίου Αυγουστίνου κατάφερε και έφερε το παιδί της στον δρόμο του Θεού. Κατάφερε να φέρει τον Αυγουστίνο, τον αμαρτωλό Αυγουστίνο, τον βουτηγμένο ολόκληρο μέσα στην αμαρτία, κατάφερε να τον φέρει σε τέτοιο σημείο που όχι μόνο να γίνει Πατήρ της Εκκλησίας, αλλά να τιμάται και ως Αγιος.
Ο Άγιος γεννήθηκε στις 13 Νοεμβρίου του 354 στην Αφρική, και συγκεκριμένα στην Ταγάστη της Νουμιδίας δηλαδή στην σημερινή Αλγερία. Εκεί γεννήθηκε ο Αυγουστίνος. Ο πατέρας του ονομάζεται Πατρίκιος, η δε μητέρα του ονομάζεται Μόνικα. Η Μόνικα ήταν ευσεβής αλλά ο πατέρας του ειδωλολάτρης. Ζούσε ζωή έκλυτη, μακρυά από τον Θεό. Και το ίδιο παρότρυνε και τον γιο του να κάνει. Τον έσπρωχνε συνεχώς προς την αμαρτία. Ήθελε να τον βλέπει να γυρίζει εδώ κι εκεί. Παράλληλα όμως, και παρά τις αντιρρήσεις του Αυγουστίνου, ήθελε το παιδί του να σπουδάσει. Ο Αυγουστίνος στις Εξομολογήσεις του περιγράφει τον εαυτό του· "Δεν ήμουν από τα παιδιά τα ήρεμα και ήσυχα". Και πράγματι ήταν από τούς ζωηρούς τούς νέους, από αυτούς που δεν σηκώνουν εύκολα την φωνή της μάνας και του πατέρα. Ήταν από τα παιδιά που δεν έπαιρναν εύκολα από λόγια αλλά ούτε και από γράμματα έπαιρνε. Δεν του άρεσαν τα γράμματα. Ο ίδιος αναφέρει ότι· "Δεν ήθελα να πηγαίνω σχολείο. Με το ζόρι με έστελναν οι γονείς μου. Πολλές φορές πήγαινα αδιάβαστος, δεν ήξερα μάθημα, αλλά αυτό δεν με ενδιέφερε, ούτε έδινα σημασία καν, αλλά οι γονείς μου με πίεζαν να μάθω. Δεν αγαπούσα καθόλου τα γράμματα, ούτε ήθελα να σπουδάσω, ούτε ήθελα να κάτσω να διαβάσω ποτέ μου". Ο ίδιος όμως αργότερα αναφέρει ότι αυτός ο εξαναγκασμός εκ μέρους των διδασκάλων του κι αυτή η μελέτη που πιεζόταν να κάνει, τελικά τον ωφέλησε.
Σήμερα, βέβαια, οι ψυχολόγοι ισχυρίζονται και συμβουλεύουν τούς γονείς να μην μαλώνουν τα παιδιά, να μην τούς φωνάζουν και προπαντός να μην γίνονται βίαιοι. Δεν μιλάμε για βιαιότητες και για άγριο ξύλο, αλλά το λέει και η αγία Γραφή ότι "όποιος φοβάται το ραβδί του χάνει το παιδί του". Ο Πατρίκιος όμως και η Μόνικα δεν δίσταζαν να στριμώξουν τον Αυγουστίνο για να μελετάει. Καθώς τα χρόνια περνούσαν ο Αυγουστίνος άλλαξε. Από μέτριος έως κακός μαθητής έγινε καλός και μελετηρός. Στην ηλικία των 15 ετών άρχισε να συλλαμβάνει ότι τα γράμματα έχουν αξία και ότι η πίεση που εξασκούσαν οι γονείς του σ’ αυτό το θέμα τον ωφελούσε.
Πήγε λοιπόν στην γειτονική πόλη Μάλδαβα για να προχωρήσει τις σπουδές του. Εκεί όμως δεν άργησε να παραστρατήσει. Ήταν νέος και οι νέοι είναι ευκολαπάτητοι, εύκολα δηλαδή απατώνται από την ομορφιά και τις χαρές της ζωής και ξεγελιούνται. Διότι δεν κυριαρχεί στην σκέψη τους η λογική αλλά το συναίσθημα και όλα τα άλλα, γι’ αυτό και εύκολα γλυστρούν και πέφτουν. Έτσι λοιπόν και ο Αυγουστίνος άρχισε μαζί με τις σπουδές να ξενυχτάει, άρχισε να γυρνάει με διάφορες κοπέλες, πότε με την μια και πότε με την άλλη. Ζούσε μια ζωή έκλυτη, ανήθικη, διεφθαρμένη, όπως ο ίδιος ομολογεί.
Στα 18 του χρόνια απέκτησε το πρώτο του εξώγαμο παιδί. Κάποια από τις πολλές γυναίκες που ζούσαν κατά καιρούς μαζί του έμεινε έγκυος και έτσι ο Αυγουστίνος βρέθηκε ξαφνικά με μια παράνομη γυναίκα και ένα εξώγαμο παιδί. Επέστρεψε πίσω στο σπίτι του. Η μητέρα του θρηνούσε. Θρηνούσε και έκλαιγε η Μόνικα βλέποντας την κατάντια του παιδιού της. Χανόταν ο Αυγουστίνος της. Έβλεπε το παιδί της να χάνεται. Τον έβλεπε να απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τον δρόμο του Θεού, από τον ίσιο δρόμο. Και ενώ εκείνη μια ζωη ολόκληρη προσπαθούσε να του εμφυσήσει την αγάπη προς τον Θεό, ο πατέρας του είχε καταφέρει και είχε σπείρει τα ζιζάνια της ασωτίας και της αμαρτίας.
Ο Πατρίκιος όμως κοιμήθηκε και πήγε στην Βασιλεία των Ουρανών. Αυτός ο ειδωλολάτρης που έσπρωχνε στην αμαρτία το ίδιο του το παιδί με ελαφρά συνείδηση, λίγο πριν πεθάνει μετανόησε χάρις στα δάκρυα της καλής Μόνικας που με υπομονή και αγάπη προσευχόταν για την μετάνοια του άνδρα της. Και οι προσευχές της δεν πήγαν χαμένες, αφού λίγο πριν πεθάνει ο Πατρίκιος μετανόησε και βαπτίσθηκε Χριστιανός. Παρέδωσε την ψυχή του στα χέρια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Και η Μόνικα έμεινε μόνη της. Χήρα, με έναν γιο βουτηγμένο στην παρανομία της αμαρτίας. Ο πόνος της έγινε προσευχή. Συνεχώς γονάτιζε, ύψωνε τα χέρια της στον ουρανό και φώναζε: "Θεέ μου σώσε μου τον Αυγουστίνο. Θεέ μου σώσε μου το παιδί μου. Θεέ μου λυπήσου το. Χάρισε του μετάνοια Θεέ μου. Χάρισε του την σωτηρία Σου, κάντο γνώστη του θελήματός Σου".
Ο Αυγουστίνος συνέχιζε την αμαρτωλή ζωή του. Όταν επέστρεψε πίσω, η μητέρα του δεν τον δέχθηκε στο σπίτι. "Όχι Αυγουστίνε, σ’ αυτήν την κατάσταση δεν μπορώ να σε δεχθώ στο σπίτι μου σαν Χριστιανή μάνα. Πάρε την παράνομη γυναίκα σου και το παιδί σου και πήγαινε να ζήσεις όπου θέλεις". Και του έκλεισε την πόρτα. Και ο Αυγουστίνος απομακρύνθηκε, συνεχίζοντας την ίδια άσωτη ζωή. Μέσα σ’ αυτά τα χρόνια αποκαλύπτεται όμως και η ιδιοφυΐα του. Διαθέτει ένα σπάνιο ρητορικό τάλαντο. Διαβάζει και μελετά φιλοσόφους και ιδιαίτερα του αρέσει ο Κικέρωνας, σε σημείο, που διαβάζοντάς τον, νοιώθει να τον ανεβάζει σε ύψη πνευματικά. Σε κάποια στιγμή της ζωής του ανοίγει και την Αγία Γραφή, για την οποία τόσα είχε ακούσει από την μητέρα του. Την διαβάζει για λίγο και μετά της δίνει μια και την πετάει λέγοντας: "Πολύ φτηνό αυτό το βιβλίο για έναν φιλόσοφο σαν κι εμένα. Πολύ απλό για τις φιλοσοφικές μου γνώσεις". Μια ευκαιρία χάνεται, γιατί η πρόχειρη μελέτη της Αγίας Γραφής τον ξεγελάει και την απορρίπτει ως βιβλίο απλό και γελοίο. Μια δεύτερη ευκαιρία παρουσιάζεται όταν κάποτε αρρώστησε βαρειά και τότε σκέφθηκε τον θάνατο, μετανόησε και ζήτησε να βαπτισθεί. Σύντομα όμως έγινε καλά, η βάπτιση αναβλήθηκε και ο Αυγουστίνος συνέχισε να ζει μέσα στην αμαρτία. Ήξερε όμως ο Θεός γιατί τότε δεν επέτρεψε να βαπτισθεί ο Αυγουστίνος. Και δεν επέτρεψε, διότι ήξερε εκ των προτέρων, ως παντογνώστης, ότι δεν είχε ακόμη σκοπό να ταπεινωθεί ο Αυγουστίνος. Έβλεπε το υπερήφανο βλέμμα του. Έβλεπε ότι και πάλι θα ξανακυλιόταν στην αμαρτία και γι’ αυτό και δεν επέτρεψε να μολύνει το βάπτισμά του.
Ο Αυγουστίνος μπλέχτηκε μέσα στις φιλοσοφικές του ιδέες και κατέληξε στα δίχτυα της αιρέσεως των Μανιχαίων. Τι αίρεση ήταν οι Μανιχαίοι; Ανακάτευαν την ελληνική, την Ιουδαϊκή και την Χριστιανική θρησκεία. Ήταν ένα μίγμα όλων αυτών των πραγμάτων. Οι αναζητήσεις του Αυγουστίνου τον οδήγησαν στο να πειραματισθεί σε κάθε τι που τον ελκύει. Ο Αυγουστίνος ήταν πνεύμα ανήσυχο, από εκείνα τα πνεύματα που αναζητούν και ψάχνουν για την αλήθεια. Ψάχνουν να βρουν νερό να ξεδιψάσουν. Αλλά ο Αυγουστίνος το νερό το αναζητούσε στα θολά νερά. Το ζήταγε μέσα στη θάλασσα κι έπινε νερό αλμυρό και δεν μπορούσε να ξεδιψάσει. Έτσι αρκετά χρόνια βασανίζεται μέσα στην τρομερή αίρεση των Μανιχαίων. Γίνεται τρομερός και φανατικός υποστηρικτής της. Θρηνεί η μάνα του και κλαίει. Δεν φτάνει που το παιδί της ζει μέσα στην αμαρτία, δεν φτάνει που είχε ήδη ένα εξώγαμο παιδί και μια παράνομη γυναίκα, δεν φθάνουν όλα αυτά, τώρα πέφτει και στα χέρια πλέον των Μανιχαίων. Θρηνεί η μάνα και κλαίει. Κλαίει και παρακαλεί μέρα και νύχτα γονατιστή: "Θεέ μου σώσε το παιδί μου...Θεέ μου σώσε μου τον Αυγουστίνο...". Που αλλού να τρέξει; Καταφεύγει στην Εκκλησία. Καταφεύγει στον Επίσκοπο. Παρακαλεί: "Προσευχηθείτε κι εσείς άγιε Επίσκοπε. Προσευχηθείτε κι εσείς να σωθεί και να γυρίσει το παιδί μου πίσω μετανοημένο...- Μη φοβάσαι Μόνικα, της λέει, τόσα δάκρυα μιας μάνας δεν θα πάνε χαμένα". Αυτά τα λόγια τα έκλεισε για καλά μέσα της η καρδιά αυτής της αγίας μητέρας. Και ο Θεός για να την παρηγορήσει της δείχνει ένα σημάδι.
Βλέπει ένα όνειρο, ότι βάδιζε επάνω σε μία ευθεία σανίδα. Κι από την άλλη πλευρά βλέπει τον υιό της, τον Αυγουστίνο, επάνω στην ίδια σανίδα. Χάρηκε όταν ξύπνησε η μητέρα. "Το παιδί μου θα’ ρθη μαζί μου στον ίσιο δρόμο". Τρέχει χαρούμενα να βρει το παραστρατημένο παιδί της. Του λέει το όνειρο αλλά ο Αυγουστίνος δίνει την δική του ερμηνεία: "Όχι μάνα κάνεις λάθος. Εσύ θα’ ρθείς εκεί που είμαι εγώ, γι’ αυτό συναντηθήκαμε επάνω στον ίδιο δρόμο". Η μάνα πονεί και κλαίει. Φεύγει πάλι στεναχωρημένη, φεύγει πάλι λυπημένη. Και καταφεύγει στις προσευχές, στον Ιησού, στην Παναγία, σε όλους τούς Αγίους δέεται και παρακαλεί να σώσουν τον Αυγουστίνο της.
Ο Αυγουστίνος συνδέεται όμως με τούς φίλους του ακόμη περισσότερο. Τους παρασύρει στην ίδια αίρεση που έχει μπλεχτεί και ο ίδιος. Όμως, ο πιο στενός του φίλος πεθαίνει. Αρρωσταίνει και πεθαίνει. Ας είναι όμως δοξασμένο το όνομα του Θεού. Διότι ο φίλος του πριν πεθάνει ξεγλίστρησε από τα χέρια των Μανιχαίων και επανήλθε στην Ορθόδοξη πίστη. Και πέθανε Ορθόδοξος. Η καρδιά του Αυγουστίνου πονεί και θρηνεί. Όταν μαθαίνει για τον θάνατο του στενού του φίλου όλα γύρω του νεκρώθηκαν. Ήταν ο καλύτερός του φίλος, όπως αναφέρει ο ίδιος. Γράφει στις Εξομολογήσεις του· " Έχασα τον καλύτερό μου φίλο. Η λύπη μου γι’ αυτήν την σκληρή απώλεια βύθισε σε φοβερό σκοτάδι την ψυχή μου. Όλα γύρω μου ήσαν νεκρά. Η πατρίδα μου ήταν μαρτύριο για μένα. Τα μάτια μου τον ζητούσαν εδώ κι εκεί, αλλά δεν τον έβλεπαν και δεν τον έβρισκαν. Όλα γύρω μου ήταν νεκρά. Τίποτε δεν με παρηγορούσε. Ούτε η γοητεία των δασών, ούτε τα αρωματισμένα τοπία, ούτε τα μεγαλοπρεπή συμπόσια, ούτε πλέον οι ηδονές, ούτε τα βιβλία και η ποίηση. Όλα ήσανε για μένα φρικαλέα. Ακόμα και το φως. Απορούσα όταν έβλεπα τούς άλλους ζωντανούς αφού είχε πεθάνει για μένα ο φίλος μου. Ωσάν να επρόκειτο να μην πέθαινε ποτέ. Κι απορούσα ακόμα, γιατί εγώ να ζω, αφού το άλλο εγώ μου, αυτός ο φίλος μου, δεν ευρίσκετο πλέον στην ζωή. Πόσο ωραία είναι η φράσις εκείνου του ποιητού, του Οβιδίου, ο οποίος μιλούσε για τον φίλο του και τον ονόμαζε το ήμισυ της ψυχής του. Ω ναι, αισθανόμουν ότι η ψυχή μου και η ψυχή του ήταν μία. Μια ψυχή σε δύο σώματα. Δεν ήθελα πλέον να ζω. Η ζωή μου ήταν φρικαλέα αφού το εγώ μου είχε μειωθεί κατά το ήμισυ. Μόνο τα δάκρυά μου ήταν γλυκά και αυτά διαδέχτηκαν τον φίλο μου στις ηδονές της ψυχής μου".
Τόσο στενή φιλία είχε ενώσει τον Αυγουστίνο με τον φίλο του που έχασε, που ένοιωθε ότι ακόμα και ο τόπος δεν τον σήκωνε πια. Γι’ αυτό ο Αυγουστίνος φεύγει και πηγαίνει στην Καρχηδόνα. Πηγαίνει σε μια διπλανή πόλη στην οποία συνεχίζει την έκλυτη ζωή του. Παραμένει ακόμα μέσα στην αίρεση των Μανιχαίων.
Καθώς περνούν τα χρόνια το μυαλό του όλο και διευρύνεται. Είναι μια μεγαλοφυΐα, δεινός ρήτορας σε νεαρωτάτη ηλικία. Οι πάντες τον θαυμάζουν. Όλοι τρέχουν να γίνουν μαθητές του. Αρχίζει, όμως, να βλέπει στην αίρεση των Μανιχαίων μερικά πράγματα που δεν του αρέσουν πλέον. Καθώς αυξάνει η ευφυΐα του και η κριτική του ικανότητα, μερικά πράγματα δεν έχουν ικανοποιητικές απαντήσεις. Και ενώ τα ερωτηματικά του ζητούν να πάρουν τις απαντήσεις τους για την αίρεση αυτή που ακολουθεί, κανένας δεν βρίσκεται να του απαντήσει. Περίμενε Αυγουστίνε, του λέγουν, να’ ρθει ο δάσκαλός μας ο Φαύστος. Αυτός είναι μέγας και σοφός και αυτός θα σου δώσει όλες τις απαντήσεις. Έρχεται ο Φαύστος. Ο Αυγουστίνος τον θαυμάζει καθώς τον ακούει να μιλάει στον λαό. Είναι ρήτορας πραγματικός ο Φαύστος. Όταν όμως ο Αυγουστίνος του ζητά μια ιδιαίτερη συνομιλία μαζί του ανακαλύπτει τις φτωχές γνώσεις του Φαύστου. "Θεέ μου, ομολογεί ο ίδιος, αυτός είναι αγράμματος. Αυτός δεν έχει διαβάσει ούτε Κικέρωνα, ούτε άλλους φιλοσόφους, ούτε ποιητάς, τίποτε. Μερικές στείρες γνώσεις έχει. Απλώς μία ευγλωττία και τίποτα άλλο δεν έχει να παρουσιάσει". Και έτσι ο Αυγουστίνος, δέχεται την τελική απογοήτευση από την αίρεση, που φυσικά εγκαταλείπει. Ήδη από καιρό δεν του άρεσε η αίρεση που ακολουθούσε. Πως ο Θεός επιτρέπει στον άνθρωπο να γνωρίσει την αμαρτία, την πτώση και την αίρεση, αλλά και πόσο οικονομεί για όλα του τα πλάσματα! Και ενώ άλλοι μένουν μέσα στην αίρεση και την αμαρτία μέχρι θανάτου, ο Θεός σώζει τον Αυγουστίνο. Μέσα από την απογοήτευση οδηγείται στην τελική απομάκρυνση και απόρριψη.
Στην Καρχηδόνα θα μείνει πολύ λίγο, θα ρητορεύει, θα διδάσκει, αλλά τελικά θα φύγει. Η φήμη του ως ρήτορα έχει εξαπλωθεί παντού. Τον προτείνουν για ρήτορα στην Ρώμη, για να βγάζει ωραίους λόγους στον Αυτοκράτορα. Παίρνει την απόφαση να πάει στην Ρώμη.
Έχει όμως κάποια μητέρα, την Μόνικα. Η Μόνικα στο σπίτι δεν τον είχε δεχθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αλλά όμως ήταν μάνα που πονούσε. Μάνα που αγαπούσε. Και σε κάποια στιγμή κάνει όχι εκείνο που της έλεγε η λογική της, αλλά εκείνο που η καρδιά της, της έλεγε. Φωνάζει τον Αυγουστίνο και τον δέχεται στο σπίτι της. Έτσι όπως ήταν, στην κατάντια που βρισκόταν. Τώρα όμως ο Αυγουστίνος της ανακοινώνει ότι θα φύγει για την Ρώμη. Η ανησυχία της αγίας Μητέρας μεγαλώνει. "Πως, Θεέ μου, θα σωθεί αν φύγει μακρυά από τα χέρια μου;" αναλογίζεται η Μόνικα, και συνεχίζει· "τώρα τουλάχιστον έχει ένα στήριγμα να ακουμπάει, έχει έναν άνθρωπο να φωνάζει· "Μη Αυγουστίνε, πρόσεχε Αυγουστίνε". Τώρα που πάει μέσα στην Ρώμη, στην αμαρτωλή Ρώμη, στην Βαβυλώνα; Που πάει τώρα ο Αυγουστίνος;" Θρηνεί και πάλι η πονεμένη μάνα. "Όχι Αυγουστίνε, μην φεύγεις παιδί μου. Μείνε μαζί μου...". Ο Αυγουστίνος δείχνει να πείθεται. Ήταν όμως απλώς ένα παιχνίδι που έπαιξε στην Μόνικα. Με πλάγιο τρόπο και χωρίς να της το πει, φεύγει, ενώ εκείνη τον περίμενε στο εκκλησάκι του Αγίου Κυπριανού προσευχόμενη. Άδικα περιμένει τον άσωτο γιο της, ενώ εκείνος φεύγει κρυφά με την παράνομη γυναίκα του και το νόθο παιδί του. Όταν πλέον η Μόνικα καταλαβαίνει τι έγινε ξεσπά σε λυγμούς και σε θερμή προσευχή. "Θεέ μου, σκέπασε το παιδί μου εκεί που πηγαίνει. Φύλαξε το Χριστέ μου, Παναγιά μου. Το παιδί μου έφυγε πλέον από τα χέρια μου, αλλά το αναθέτω σ’ Εσένα Χριστέ μου....".
Έκλαιγε η Μόνικα. Ο Αυγουστίνος, όμως, πηγαίνει στην Ρώμη. Εκεί συνεχίζει την ζωή της ασωτείας, της μέθης και της πορνείας. Γυρίζει δεξιά και αριστερά με γυναίκες, παρότι είχε ήδη το πρώτο θύμα, τον Αδεαδάτο, το πρώτο του παιδί, το οποίο μεγάλωνε δίπλα του. Αλλά όμως ο Θεός εισακούει τις προσευχές της Μόνικας. Είδε τα γονατίσματά της. Τα πόδια της είχαν λειώσει και τα γόνατά της είχαν τριφτεί. Έβλεπε ο Θεός εκείνα τα δακρυσμένα μάτια και σαν Πατέρας στοργικός ήξερε τι έκανε. Ο Θεός έπαιρνε τον Αυγουστίνο από την Μόνικα αλλά τον οδηγούσε στην οδό της σωτηρίας. "Όπου πλεόνασε η αμαρτία, εκεί υπερεπερίσσευσεν η χάρις''. Πηγαίνει στη Ρώμη. Εκεί βγάζει όμορφους λόγους προς τον Αυτοκράτορα. Έφθασε στο σημείο να παραδεχτεί ότι " έγραφα λόγια και πράγματα για τον Αυτοκράτορα, που ο ίδιος δεν τα πίστευα. Έπρεπε να κολακεύω τον Αυτοκράτορα και όλους τούς αυλικούς του, για να είμαι αρεστός και όλοι να με δοξάζουν ". Ήταν μυαλό και πνεύμα εγωιστικό. Ήθελε οι άλλοι να τον τιμούν και να τον δοξάζουν. Η φήμη του, σαν ρητοροδιδασκάλου, είχε εξαπλωθεί πέρα κι από την Ιταλία, είχε φθάσει σε όλα τα μέρη του τότε γνωστού κόσμου.
Αλλά κάποια στιγμή, οδηγείται στην πόλη των Μεδιολάνων, στο σημερινό Μιλάνο. Εκεί Επίσκοπος, είναι ο Αμβρόσιος. Ο Άγιος Αμβρόσιος, ένας γενναίος μαχητής της πίστεώς μας, είναι ο άνθρωπος εκείνος που όταν ο Αυτοκράτορας Θεοδόσιος, σκότωσε στη Θεσσαλονίκη, μέσα στο Ιπποδρόμιο, 7.000 ανθρώπους και είχε το θράσος μετά να πάει στα Μεδιόλανα, στην Επισκοπή του, όταν έμαθε ότι ο Αυτοκράτορας έρχεται στο Μητροπολιτικό Ναό μετά το αποτρόπαιο έγκλημά του, ναι ο Αμβρόσιος, ένας ορθόδοξος επίσκοπος της Εκκλησίας μας, τόλμησε και έκανε κάτι γενναίο. Κατεβαίνει κάτω και μόλις πλησιάζει ο Θεοδόσιος ο Αυτοκράτορας, του κλείνει κατάμουτρα την πόρτα. "Έξω από το ναό μου. Δεν μπορείς με χέρια ματωμένα να μπεις μέσα" του λέει. Πόση τόλμη χρειάζεται για να πει κανείς κάτι τέτοιο σε μία εποχή που οι Αυτοκράτορες είχαν τη δύναμη, ανά πάσα στιγμή να σε σκοτώσουν. " Η θα ζητήσεις δημόσια συγγνώμη από το λαό μας, και θα μετανοήσεις δημόσια, ειδάλλως μέσα στο ναό, Θεοδόσιε δεν μπαίνεις". Βλέπετε στάση ηρωική μπροστά σε Βασιλιά και μάλιστα στον Αυτοκράτορα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που κράτησε ο Άγιος Αμβρόσιος;
Που είναι σήμερα έτσι θαρραλέοι Επίσκοποι; Που είναι σήμερα οι κληρικοί που τολμούν ;
Ο Αυγουστίνος βλέποντας την ρητορικότητα και τις γνώσεις του Αγίου Αμβροσίου, θαμπώνεται. Θαμπώνεται, διότι του αρέσει η ρητορεία. Ήδη ο ίδιος είναι δεινός ρήτορας, μόλις σε ηλικία 30 ετών. Έτσι, αποφασίζει και πηγαίνει και παρακολουθεί τα κηρύγματά του. Το ένα κήρυγμα μετά το άλλο, τον πείθουν σιγά-σιγά ότι η αίρεση των Μανιχαίων που ακολουθούσε είναι σαθρή και ανόητη. Θέλει να πλησιάσει τον Άγιο Αμβρόσιο, να του μιλήσει, να λύσει τις απορίες του. Αλλά όμως, ο Επίσκοπος είναι τόσο πολύ απησχολημένος, που δεν μπορεί να βρει χρόνο να μιλήσει με τον Αυγουστίνο. Έτσι ο Αυγουστίνος, συνομιλεί με τον βοηθό που είχε ο Αμβρόσιος. Και λύνει τις απορίες του. Σιγά-σιγά, το φως του Χριστού, μπαίνει στην καρδιά του Αυγουστίνου. Που είσαι Μόνικα, να δεις ότι αρχίζει η αλλαγή και η μεταμόρφωση του γιου σου; Στο Μιλάνο αρχίζει να μεταμορφώνεται, αρχίζει να γίνεται αυτό που χρόνια παρακαλεί η μητέρα του. Τα δάκρυα της Μόνικας, αρχίζουν να φέρουν καρπούς.
Ο Αυγουστίνος σιγά-σιγά, αρχίζει να διαβάζει. Του αρέσουν οι επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Κάθεται, τις διαβάζει και τις μελετά. Σε κάποια στιγμή, τον επισκέπτεται ένας φίλος του στενός και βλέπει στο γραφείο του, διάφορες φυλλάδες. Νόμισε ότι θα ήταν τίποτε συγγράμματα ρητόρων της αρχαίας εποχής. Διότι στον Αυγουστίνο άρεσε να διαβάζει αρχαίους φιλοσόφους. Γι’ αυτό άλλωστε έγινε και ο ίδιος ρήτορας και φιλόσοφος. Πλησιάζει όμως ο φίλος του και τι να δει; Για μεγάλη του έκπληξη βλέπει ότι αυτή τη φορά, ο Αυγουστίνος διάβαζε τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου. Τότε κάθεται κοντά του και αρχίζει και του μιλάει για τη ζωή του Μεγάλου Αντωνίου. Του μιλάει για τη ζωή που έζησε στην έρημο ο μέγας αυτός ασκητής. Ο Αυγουστίνος αρχίζει να ταράσσεται. Τα χάνει με όσα ακούει γύρω από τη ζωή του Αγίου Αντωνίου. Μόνος του κάποια στιγμή συναισθάνεται το βάθος των λόγων που ακούει και αναφωνεί: "Αλύπιε, εμείς τι κάνουμε; Αμαθείς άνθρωποι, αμαθή άνθρωπο ονομάζει τον Μεγάλο Αντώνιο ο οποίος ήταν αγράμματος τελείως, σηκώνονται και αρπάζουν και κερδίζουν τον Ουρανό και εμείς με τέτοια γνώση και μόρφωση που έχουμε, χωρίς καρδιά κυλιόμεθα, με τη σάρκα και με το αίμα μέσα στην αμαρτία, ντρεπόμεθα να ακολουθήσουμε αυτούς, επειδή προηγήθηκαν από εμάς, και δεν ντρεπόμεθα γιατί δεν τούς ακολουθούμε;".
Αυτά είπε με τρόμο και με πόνο ψυχής στον φίλο του τον Αλύπιο. Η ώρα της χάριτος είχε αρχίσει να τον πλησιάζει. Το Πνεύμα το Άγιο, είχε αρχίσει να κατεβαίνει επάνω στον Αυγουστίνο.
Συνταράσσεται και τα μάτια του γεμίζουν δάκρυα για τα όσα είχε κάνει στην ζωή του. Θέλει να φωνάξει, να κλάψει δυνατά. Ο ίδιος θα γράψει αργότερα, ότι "ντρεπόμουνα να κλάψω μπροστά στο φίλο μου γι’ αυτό σηκώνομαι και φεύγω και βγαίνω έξω στην αυλή του κήπου μου". Κι εκεί άρχισε μέσα σε στεναγμούς και κλάματα να οδύρεται για το ίδιο του το κατάντημα, και για το σημείο που έχει φθάσει. Είχε φθάσει πλέον κάτω στον πάτο της αμαρτίας, στον πυθμένα. Πιο κάτω δεν ήταν δυνατόν να πάει. “Αυγουστίνε, που βρίσκεσαι;” θρηνολογούσε, “Που έφθασες; Τα γεύθηκες όλα, την αλήθεια και την χαρά όμως δεν την βρήκες Αυγουστίνε. Ακόμα, κυνηγάς την χαρά". Ο ίδιος γράφει: "Είμαι ζητιάνος της χαράς. Την ζητιανεύω χρόνια ολόκληρα. Ψάχνω να τη βρω στις γυναίκες, ψάχνω να τη βρω στα ξενύχτια, ψάχνω να την βρω στις ταβέρνες, ψάχνω να τη βρω στα μεθύσια, ψάχνω να την βρω με οποιοδήποτε τρόπο μπορώ. Η αλήθεια και η χαρά, ακόμα δεν ήλθε στην καρδιά μου. Δεν μπόρεσα να τη βρω, δεν μπόρεσα να τη γευθώ. Μόνον Εσύ, Ιησού μου, μπόρεσες να μου την προσφέρεις ". Και τώρα, θρηνεί ο Αυγουστίνος και κλαίει.
Και εκείνη τη στιγμή ακούει μια φωνή να του λέει "Πάρε και διάβασε". Μια παιδική φωνή του ψιθύριζε: "Πάρε και διάβασε, πάρε και διάβασε". Τα έχασε ο Αυγουστίνος. Κοιτάει από που έρχεται η φωνή, τίποτα δε βλέπει. Τρέχει, γρήγορα και πηγαίνει στο γραφείο του. Ανοίγει αμέσως την Αγία Γραφή και μόλις την ανοίγει, πέφτει το μάτι του επάνω στα εξής λόγια: "Μη κώμαις και μέθαις, μη κοίταις και ασελγείαις, μη έριδι και ζήλω, αλλά ενδύσασθε τον Κύριον Ιησούν Χριστόν και της σαρκός πρόνοιαν μη ποιείσθαι εις επιθυμίας". Ήταν η μεγάλη και σωτήρια ώρα της χάριτος. Τα λόγια αυτά του Αποστόλου Παύλου, συγκλόνισαν πλέον την καρδιά του Αυγουστίνου. Αρχίζει η μεταβολή του. Αρχίζει η ώρα της χάριτος. Η Αγία Γραφή που πέταξε κάποτε, γίνεται στο εξής το αγαπημένο του βιβλίο. Κάθεται μέρα-νύχτα και θρηνεί για τον εαυτό του, διαβάζοντας το τι έχασε. Γράφει στις εξομολογήσεις του · "είχα πει ανόητο βιβλίο την Αγία Γραφή και με απλά λόγια εκφρασμένο, αλλά κάτω από την απλότητα, κρύβεται όλη η σοφία και φιλοσοφία, που δεν θα την βρείτε, ούτε σε Κικέρωνα, ούτε σε Πλάτωνα, ούτε σ’ Αριστοτέλη, ούτε σε κανένα φιλόσοφο. Τέτοια άφθαστη σοφία και φιλοσοφία είναι αυτή που κρύβει". Ναι, ο μέγας φιλόσοφος και ρήτορας, ο Αυγουστίνος, ένας εκ των δέκα μεγαλυτέρων φιλοσόφων όλων των αιώνων, έφθασε η ώρα να πει την αλήθεια και να ομολογήσει ότι κάτω από τα απλά λόγια της Γραφής, κρύβεται όλη η σοφία και η φιλοσοφία του Θεού.
Αρχίζει η μεταβολή. "Έως πότε Κύριε θα αμαρτάνω; " αναρωτιέται. Παίρνει πλέον σταθερή την απόφαση, "Ποτέ πια δεν θα ξαναμαρτήσω". Και ο Αυγουστίνος σταματά και απομακρύνεται από την αμαρτία. Αρχίζει να ζει ζωή αγία. Ζητά και κατηχείται. Αλλά, θυμάται με συγκίνηση τα δάκρυα της μάνας του. "Αλύπιε", λέει στο φίλο του, "να γράψω στη μητέρα μου, στη μάνα μου, η οποία έκλαιγε και θρηνούσε για το κατάντημά μου".
Μέσα στις εξομολογήσεις του, δεν γράφει πολλά για τον πατέρα του. Μα, γράφει πολλά για τα δάκρυα της μάνας του. Λέει: "Θυμάμαι τη μητέρα μου που έκλαιγε και θρηνούσε για μένα. Για τη σωτηρία μου, Αλύπιε. Τωρα να της δώσουμε τη χαρά. Ότι γυρίζω κοντά στην εκκλησία. Επιστρέφω, Αλύπιε, στον Χριστό. Επιστρέφω στην πίστη μας. Εκεί που η μητέρα μου με ήθελε τόσα χρόνια. Τα δάκρυά της με έσωσαν. Με έσωσαν Αλύπιε, τα δάκρυά της. Θεέ μου, σ' ευχαριστώ που σώθηκα. Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ. Να γράψουμε να έλθει στη βάπτισή μου. Να έρθει η μάνα μου, να με δει να βαπτίζομαι, να γίνομαι μέλος της εκκλησίας του Χριστού μας. Να χαρεί η καρδιά της. Τόσα χρόνια,17 χρόνια, είμαι μακρυά της. Δεκαεπτά χρόνια ζω και κυλιέμαι μέσα στην αμαρτία. Έλα μάνα να με δεις".
Ο Αυγουστίνος καλεί τη μητέρα του. Κι η μητέρα του παίρνει το καράβι. Ω! μάνα αγία που παίρνεις το καράβι και έρχεσαι στη Ρώμη. Ω μάνα αγία που διασχίζεις θάλασσες και κύματα για να συναντήσεις το παιδί σου! Πως να μη κάνης με τα δάκρυά σου τον Ουρανό να λυγίσει; Πως να κρυφθεί η αγάπη που έχεις στο παιδί σου; Το καράβι όμως, ο διάβολος απειλεί να το βουλιάξει. Μη φοβείσθε, λέει η Μόνικα. Και γονατίζει και προσεύχεται. Και το καράβι φθάνει σώο και αβλαβές στη Ρώμη. Φθάνει η μητέρα του στα Μεδιόλανα και βλέπει τον γιο της. Τον γιο της μαζί με το εξώγαμο παιδί του, που πλέον είναι νέος κι αυτός 15 ετών, να κατηχούνται από τον Άγιο Αμβρόσιο, να παρακολουθούν τα κηρύγματά του. Φθάνει το Πάσχα που ετοιμάζεται και η βάπτιση του Αγίου Αυγουστίνου. Τώρα βλέπει πια η Μόνικα τον γιο της να φοράει τη λευκή στολή, που φορούσαν τότε όσοι εβαπτίζοντο. Τον λευκό χιτώνα φορά δίπλα του και το παράνομο παιδί του. Και οι δύο έτοιμοι, κατηχημένοι χριστιανοί. Ένας φιλόσοφος, ένας ρήτορας, προσέρχεται μετά από μεγάλη περιπλάνηση μέσα στην αμαρτία και παραπλάνηση, προσέρχεται τώρα στην πίστη μας. Η μητέρα, η αγία Μόνικα, ξεσπάει σε δάκρυα λέγοντας: "Θεέ μου, Σ’ ευχαριστώ... Σ’ ευχαριστώ...".
Σκεφτείτε την καρδιά αυτής της μητέρας, που τόσα χρόνια παρακαλούσε, παρακαλούσε ακούραστα και υπομονετικά, και αυτό που είδε τώρα την χαροποιεί τόσο πολύ, δοξάζει τον Θεό και ξεσπάει σε δάκρυα ευτυχίας και ευχαριστίας. Μεγάλο Σάββατο το βαπτιστήριο ετοιμάζεται. Και ο Αυγουστίνος προσέρχεται, μαζί με το γιο του, στις 25 Απριλίου του 387 για να γίνει μέλος της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού. Ο Αυγουστίνος, από τον Άγιο Αμβρόσιο, Επίσκοπο Μεδιολάνων, βαπτίζεται χριστιανός. Πόσο χαίρει, η καρδιά αυτής της μάνας. Τώρα πλέον αρχίζει νέα ζωή μαζί με την μητέρα του και με το παιδί του, που είναι πλέον και πνευματικά αδέλφια.
Η παράνομη γυναίκα, ειδωλολάτρισσα, καταλαβαίνει ότι δεν έχει θέση κοντά του. Ο Αυγουστίνος έχει ριζικά αλλάξει. Δεν είναι πλέον, εκείνος ο διεφθαρμένος άνθρωπος που γνωρίζει. Ο Αυγουστίνος είναι πλέον πιστός, ορθόδοξος χριστιανός. Αναγκάζεται και τον εγκαταλείψει και γυρίζει στην Αφρική, στην πατρίδα της. Αλλά, και ο Αυγουστίνος, σκέφτεται ότι δεν μπορεί να κάνει πια τίποτα στην διεφθαρμένη Ρώμη. Προτείνει στην μητέρα του να γυρίσουν πίσω στην πατρίδα τους. Λίγες μέρες πριν την αναχώρησή τους κάθονται μαζί στις όχθες του Τίβερη και συνομιλούν· "Αυγουστίνε αυτό που ήθελα να δω, το είδα. Χρόνια ολόκληρα παιδί μου, το ξέρεις, προσευχόμουνα για να σωθείς και όχι μόνο ο Θεός μου έδωσε τη σωτηρία σου, αλλά χάρηκα που είδα τη βάπτισή σου και ότι είσαι πλέον μέλος της εκκλησίας. Δεν υπάρχει πλέον λόγος ο Θεός να με κρατά άλλο στη ζωή". Και ξαφνικά, μέσα σε 5 ημέρες, η Μόνικα αρρωσταίνει βαρειά. Ο πυρετός ανεβαίνει και έρχεται ο θάνατος. Πολύ γρήγορα η αγία Μόνικα παραδίδει την ψυχή της στο Θεό ευχαριστημένη, διότι το παιδί της είχε πλέον σωθεί. Τα δάκρυά της έσωσαν τον Αυγουστίνο.
Το ακούτε γονείς; Αν θέλετε τα παιδιά σας να στέκονται και να τα βλέπετε ψηλά, εσείς πρέπει να είσθε στα γόνατα και με δάκρυα στα μάτια. Έχουμε πατέρα στοργικό, και αν τα παιδιά σας φύγανε από κοντά σας έχει τη δύναμη, όπως τον Άγιο Αυγουστίνο να σας τα φέρει πίσω. Και όχι μόνο έδωσε τη χαρά, ο Θεός στη Μόνικα και βράβευσε τα δάκρυα της, αλλά πλέον από τούς ουρανούς, μαζί με τον σύζυγό της τον Πατρίκιο, γεύεται μεγαλυτέρας χαράς.
Γυρίζοντας ο Αυγουστίνος με το παιδί του στην Αφρική, πεθαίνει και το παιδί του. Πεθαίνει και ο γιος του, το παράνομο, το εξώγαμο παιδί του. "Ο υιός της αμαρτίας μου, ο υιός της ανομίας μου", όπως ο ίδιος τον ονομάζει. Και έτσι μένει ελεύθερος ο Αυγουστίνος από κάθε οικογενειακό βάρος. Ιδρύει εκεί στο σπίτι του μοναστήρι, το κάνει μοναστική αδελφότητα. Ζούνε σαν καλόγεροι, με μερικούς φίλους του, που βρήκε πίσω όταν γύρισε, και τούς έφερε κοντά στο Χριστό. Προσπαθεί να φτιάξει αδελφότητα αλλά δεν το πετυχαίνει γιατί ο Θεός είχε άλλα σχέδια. Και όπως λέγει ο ίδιος "ο Θεός γελούσε με τα σχέδια τα δικά μου, διότι δι’ άλλα σχέδια εκείνος με προόριζε".
Πηγαίνει στη διπλανή πόλη, στον Ιππώνα. Ο Επίσκοπος εκεί ζήτησε και παρέμεινε ο Αυγουστίνος αρκετό χρονικό διάστημα σ’ αυτή την πόλη. Οι χριστιανοί είχαν την ευκαιρία να δουν και να θαυμάσουν τη ζωη και το παράδειγμα του Αυγουστίνου, και σε κάποια στιγμή που είχανε έλλειψη ιερέως, ζητά ο Επίσκοπος έναν καλό ιερέα. Και εδώ είναι αξιοσημείωτο να δούμε πως γινόταν η εκλογή των ιερέων. Ο Επίσκοπος ζητούσε από το ποίμνιό του να διαλέξει για ιερέα έναν καλό άνθρωπο της Επισκοπής. Όταν λοιπόν χρειάστηκαν στον Ιππώνα ιερέα με μια φωνή όλοι φώναξαν: "Τον Αυγουστίνο ιερέα". Τα έχασε ο Αυγουστίνος: "Εγώ να γίνω ιερέας; Εγώ που ήμουν ένας άσωτος, ένας πόρνος, ένας αιρετικός..; ". Ο κόσμος όμως επιμένει και ο Αυγουστίνος οφείλει να υποχωρήσει. Ο Επίσκοπος λοιπόν τον χειροτονεί διάκονο και πρεσβύτερο. Και γίνεται ο Αυγουστίνος μέγας και τρανός. Η αγάπη του στον Θεό γίνεται η κινητήρια δύναμη ενός μεγαλεπήβολου και σπάνιου έργου το οποίο αναπτύσσει σαν ιερέας. Και ο καλός Επίσκοπος ζητάει τον Αυγουστίνο όχι μόνο ιερέα αλλά τον θέλει συνεπίσκοπό του. "Να κάνω τον Αυγουστίνο συνεπίσκοπό μου. Να διοικούμε μαζί τον Ιππώνα". Και έτσι ο Αυγουστίνος σύντομα χειροτονείται και Επίσκοπος Ιππώνος, μαζί με τον Επίσκοπο που ήδη ευρίσκετο στην πόλη εκείνη.
Υπόδειγμα ποιμένος αναδεικνύεται ο Αυγουστίνος και δημιουργεί το κράτος του Θεού. Σαν Επίσκοπος πλέον ο Ιερός Αυγουστίνος αναπτύσσει τεραστία δραστηριότητα. Καθοδηγεί και χειροτονεί κληρικούς αγίους. Κληρικούς καλούς, κληρικούς που ενδιαφέρονται για το ποίμνιο αφού πρώτα καθαίρεσε τούς αναξίους, και τούς απομάκρυνε από την εκκλησία. Αλλά αυτοί που απομακρύνθηκαν δεν άργησαν να σπείρουν συκοφαντίες εις βάρος του Αυγουστίνου. Πόσες δοκιμασίες και θλίψεις πέρασε, από τούς δυσαρεστημένους αυτούς κληρικούς, δεν περιγράφεται με λίγες μόνο λέξεις. Εκείνος όμως στάθηκε πάντοτε ακέραιος και σταθερός. Δεν δείλιασε σε τίποτα. Αλλά πέρα από τις δοκιμασίες που τις αντιπαρήλθε νικητής, ανέπτυξε έργο σπάνιο. Ήταν ακόμα τόσο δίκαιος, που είχε δικαιώματα να δικάζει. Και όλοι, και ειδωλολάτρες ακόμα, όταν είχαν μια υπόθεση, έτρεχαν στον Αυγουστίνο, για να τούς λύσει τη διαφορά τους. Και όλοι υπάκουαν στη γνώμη του. Σε βαθειά γεράματα ο ιερός Αυγουστίνος, ζήτησε να χειροτονηθεί νέος Επίσκοπος στην περιοχή του, γιατί πλησίαζε το τέλος του.
Ήρθε η ώρα να παραδώσει την αγία του ψυχή στο Θεό. Η κοίμησή του έγινε στις 23 Αυγούστου του 430. Η Εκκλησία μας, τον κατέταξε μεταξύ των Αγίων πατέρων. Η μνήμη του εορτάζεται στις 15 Ιουνίου, ημέρα κατά την οποία εορτάζει η Ιερά Μονή μας.
Αυτός είναι ο Άγιος Αυγουστίνος. Αυτή είναι η ζωή και το έργο του, και με λίγα λόγια το πως ξεκίνησε και που έφθασε το παιδί της χάριτος του Θεού. Πως ο Θεός τον πήρε μέσα απ’ την αμαρτία και τον έσωσε. Γι’ αυτό κι εκείνος μεσιτεύει ενώπιον του θρόνου του Θεού για τούς άσωτους νέους που παρεκκλίνουν από τον δρόμο Του. "Νέοι, μην ψάχνετε τη χαρά ", φωνάζει ο ίδιος ο Αυγουστίνος, "μην ψάχνετε τη χαρά στις γυναίκες, στα μεθύσια, στις καφετέριες, στις ντισκοτέκ. Δεν υπάρχει χαρά κι ευτυχία εκεί πέρα. Ο ίδιος ο Αυγουστίνος τα’ ομολογεί που τα έζησε. Νέοι, χαρά και ευτυχία, θα βρείτε μόνο κοντά στο Χριστό. Κι εσείς γονείς αν θέλετε να σώσετε τα παιδιά σας, μιμηθείτε την αγία Μόνικα. Γίνετε κι εσείς Μόνικες. Μιμηθείτε τη μητέρα του Αυγουστίνου, για να δείτε τα παιδιά σας να καταταγούν μεταξύ των Αγίων και των Οσίων, για να δοξάζουν το Πανάγιον όνομα του Ιησού μας, Ον υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τούς αιώνας. ΑΜΗΝ.
Ακολουθούν δύο συνεντεύξεις. Από ποιούς; Θα δείτε. Τα κείμενα αυτά αποτελούν φυσικά προϊόν μυθοπλασίας. Όμως, αν θα θέλαμε με την σκέψη μας να καταλάβουμε κάπως πώς έχουν τα πράγματα και πώς τοποθετούμαστε συνήθως απέναντί τους, τότε οι παρακάτω δύο συνεντεύξεις μας δίνουν μια ιδέα, όχι θεολογική αλλά παρ' όλα αυτά σημαντική για την σωτηρία μας:
Και ακολουθεί η δεύτερη συνέντευξη, πιο συγκλονιστική γιατί μας αποκαλύπτει πράγματα που δεν τα είχαμε φανταστεί έτσι όπως είναι. Επίσης προϊόν μυθοπλασίας που όμως έχει βάσεις πραγματικές.
Την βρήκαμε στο φόρουμ του ιστολογίου ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ. Για το φόρουμ πατήστε εδώ:Φόρουμ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
Συνέντευξη με το Διάβολο
Καλησπέρα, παιδί μου. Χαίρομαι που σε βλέπω.
Εγώ αντίθετα δεν χαίρομαι καθόλου και δεν είμαι παιδί σου!
Ώστε ανήκεις στον «Άλλο» ε;
Ανήκω στον «Ένα».
Τελοσπάντων. Πολλοί έχουν αυτή την αυταπάτη, αλλά στην ουσία είναι δικοί μου.
Ακόμα και ο Γιος του «Άλλου» είπε ότι πολλοί θα λένε «Κύριε, Κύριε δεν κάναμε θαύματα στο Όνομά Σου;» και Εκείνος θα τους πει, «Φύγετε από εμένα οι εργάτες της ανομίας. Ποτέ δεν σας γνώρισα.» Ε, εγώ τους γνώριζα και πολύ καλά μάλιστα.
Αν έχω πολλούς που κάνουν θαύματα, φαντάσου πόσους έχω που δεν κάνουν θαύματα.
Λοιπόν εγώ δεν είμαι σαν κι αυτούς.
Αυτό νόμιζαν κι εκείνοι. Εγώ όμως βλέπω μέσα στην καρδιά σου. Είσαι ένας απ’ τους δικούς μου.
Είσαι γνωστός ως «ο πατέρας του ψεύδους», ο μεγάλος απατεώνας. Έχω μάθει να μη σε πιστεύω.
Λέω ψέματα όταν με βολεύει, μα λέω την αλήθεια όταν με βολεύει. Τουλάχιστον είμαι ειλικρινής όσον αφορά αυτό το σημείο. Εσείς οι άνθρωποι είστε ορθολογιστές και βρίσκετε δικαιολογίες, όταν λέτε ψέματα.
Τελικά, έχεις διαφορετική όψη απ’ ό,τι περίμενα. Για την ακρίβεια είσαι μάλλον ελκυστικός.
Σκέψου αν έχει νόημα να φοβίζεις τους ανθρώπους; Μπορεί να είμαι κακός, αλλά θυμήσου, ήμουν το πιο ύπουλο πλάσμα στον Παράδεισο. Η μεταμφίεση είναι πολύ μεγάλο εργαλείο. Σκοτώνω δέκα φορές περισσότερο κόσμο κάθε χρόνο με το τσιγάρο από ό,τι με τις βόμβες, τα περίστροφα και τα τουφέκια συνολικά. Οι άνθρωποι φοβούνται όλα αυτά τα όπλα, αλλά κανείς δεν φοβάται ένα από τα μεγαλύτερα θανατικά μου. Αυτή είναι η μεγάλη μου δύναμη, της απάτης και της πλάνης.
Ένα από τα μεγαλύτερα θανατικά σου, είπες; Πόσα έχεις, δηλαδή;
Περισσότερα από ό,τι φαντάζεσαι. Έχω θανατικά που σκοτώνουν το σώμα, το μυαλό και το πνεύμα. Ξέρεις πόσους γάμους διαλύω; Και οι ανόητοι ούτε καν το ξέρουν ότι το κάνω εγώ.
Πώς το κάνεις αυτό;
Α, είναι απλό. Τους βάζω να σκέφτονται τους εαυτούς τους ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ από ό,τι ο ένας τον άλλο. Η περηφάνια και ο εγωισμός πάντα ήταν από τα καλύτερα εργαλεία μου.
Δεν το ξέρεις ότι είσαι νικημένος; Δεν το ξέρεις ότι δεν μπορείς να νικήσεις;
Και λοιπόν; Ήμουν εδώ για χιλιάδες χρόνια και ακόμα και σύμφωνα με το Bιβλίο που διαβάζεις και πιστεύεις έχω αρκετά ακόμη. Πολλοί από αυτούς που ζουν κάτω από την εξουσία μου ξέρουν ότι θα ξοδέψουν την αιωνιότητα στην κόλαση. Αν λοιπόν εσείς οι άνθρωποι είστε διατεθειμένοι να θυσιάσετε ολόκληρη την αιωνιότητα για μερικές δεκαετίες καλοπέρασης, φαντάσου πώς νιώθω εγώ, που έχω μερικές χιλιάδες χρόνια ακόμα μπροστά μου. Φυσικά αυτή η «καλοπέραση» είναι η μεγαλύτερη απάτη μου. Τους υπόσχομαι την ευτυχία με το σεξ, τα ναρκωτικά, το ποτό, τη διαφθορά και πολλούς τρόπους να ικανοποιήσουν τη σάρκα τους. Αυτά κρατάνε περίπου 26 μήνες πριν αρχίσει να γίνεται αισθητή η ματαιότητα και η δυστυχία.
26 μήνες; Πού τον βρήκες αυτόν τον αριθμό;
Από χιλιάδες χρόνια εμπειρίας. Πίστεψέ με, ξέρω τι σου λέω. Επιπλέον, μπορεί να καταλήξω νικημένος στο τέλος, αλλά ακόμη και τότε εγώ θα έχω πολύ περισσότερες ψυχές από τον «Άλλο». Πολύ περισσότερες. Ακόμη και το Bιβλίο σου το λέει.
Άρα τελικά ποιος κερδίζει στην πραγματικότητα;
Μα γιατί σου αρέσει να κάνεις τους ανθρώπους δυστυχισμένους και να προκαλείς τόσο πόνο και καταστροφή;
Μερικές φορές απολαμβάνω περισσότερη εκτίμηση από όση αξίζω. Μερικοί από εσάς μπορούν να είναι ακριβώς τόσο κακοί όσο εγώ. Δεν τα κάνω εγώ όλα αυτά. Αρκετά από όσα βλέπεις γύρω σου είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης σάρκας και του ανθρώπινου μυαλού. Κοίτα πόσα αδέρφια είναι τσακωμένα, δε μιλιούνται. Πόσα παιδιά μισούν τους γονείς τους και μισούνται μεταξύ τους. Είμαι πολύ καλός στο να δημιουργώ χάος. Αλλά πρέπει να το παραδεχτώ, ότι η ανθρώπινη φύση μπορεί να πέσει αρκετά χαμηλά και χωρίς τη βοήθειά μου.
Αλλά εσύ κάποτε ήσουν άγγελος. Πώς άλλαξες έτσι;
Αυτή είναι μια μεγάλη ιστορία. Δεν θα καταλάβαινες.....
Ας πούμε πως απλώς κουράστηκα να δέχομαι εντολές και δεν ήθελα να είμαι υπό την εξουσία κανενός. Ήθελα να κάνω το δικό μου. Ήθελα εγώ να είμαι ο κύριος της ζωής μου. Αλλά από την άλλη, μήπως θα μπορούσες να καταλάβεις....Εσύ δεν ένιωσες ποτέ έτσι;
...
Λοιπόν δεν ένιωσες;
Δεν παίρνουμε συνέντευξη από εμένα, αλλά από εσένα.
Άγγιξα ένα ευαίσθητο σημείο σου, έτσι; Αυτό που σου είπα, ότι δεν ήθελα να εκτελώ εντολές. Και να κανονίζω μόνος μου τη ζωή μου. Ήταν το πρώτο μου βήμα μακριά από τον Άλλο. Και από τη στιγμή που απομακρύνθηκα εγώ, βάζω το ίδιο πνεύμα και στους ανθρώπους, για να τους απομακρύνω κι αυτούς. Παίρνω λίγο από τον εαυτό μου και τον εμφυσώ μέσα τους. Έχω βάλει λίγο από τον εαυτό μου μέσα σε όλους. Μόνο ένας ανόητος θα το αρνιόταν αυτό.
Και λοιπόν τι έρχεται μετά; Τι σχεδιάζεις τώρα;
Σχεδιάζω ένα πολύ μεγάλο ταρακούνημα. Ετοιμάζω κάποια πολύ άσχημα πράγματα, με τα οποία νομίζω πως θα επιτύχω μια μεγάλη παγκόσμια καταστροφή.
Α, εννοείς όλη αυτή την παγκόσμια διαμάχη και την αναταραχή που υπάρχει στον κόσμο μας.
Όχι, αυτός είναι μόνο ένας περισπασμός. Ξέρεις, είμαι πολύ καλός στους περισπασμούς. Σίγουρα θα προκαλέσω κάποια τεράστια προβλήματα παγκόσμιας κλίμακας, αλλά δεν είναι αυτό που επηρεάζει τους περισσότερους ανθρώπους. Πέρα από αυτά που θα ακούνε στις ειδήσεις, η αύξηση της τιμής του πετρελαίου για παράδειγμα, δεν επιδρά και πολύ στο δικό τους κόσμο. Τα πολύ άσχημα που ετοιμάζω αφορούν το δικό τους κόσμο και όχι τον παγκόσμιο. Οι ανόητοι, ανησυχούν για τις διαμάχες των εθνών, ενώ εγώ τους έχω σε συνεχείς διαμάχες με τους συναδέλφους τους στο ίδιο τους το γραφείο. Αγωνίες, ανασφάλειες, τσακωμοί, εντάσεις στην κάθε τους μέρα. Βρίσκονται σε πόλεμο με τους ανθρώπους που βλέπουν κάθε μέρα, με τους ανθρώπους που ζουν κάτω από την ίδια στέγη. Ακόμα και με τον άνθρωπο που μοιράζονται το ίδιο κρεβάτι. Και μια που το’ φερε η κουβέντα, έχεις προσέξει πόσο έχω αλλάξει το ποιοι μοιράζονται το ίδιο κρεβάτι στις μέρες μας; Είμαι πραγματικά περήφανος γι’ αυτό. Βλέπεις, αυτά που δείχνει η τηλεόραση είναι ο περισπασμός. Το Βιβλίο σου λέει «ν’ αγαπάς τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου». Δεν λέει ν’ αγαπάς «τα άλλα έθνη». Εγώ τους κάνω να μισούν τόσο τον πλησίον τους όσο και τα άλλα έθνη. Καλά, είμαι φοβερός!
Αλλά γιατί προκαλείς όλες αυτές τις καταστροφές;
Έχεις πατήσει ποτέ ζουζούνι; Δεν σου λέω ένα κουνούπι που μπορεί να σε τσιμπούσε ή ένα έντομο όπως η μέλισσα ή η σφήκα, αλλά ένα έντομο που δεν θα μπορούσε να σου κάνει ποτέ κακό. Και το σκότωσες μόνο γιατί είχε πλάκα.
...
Λοιπόν; Πάτησες ποτέ ένα ζουζούνι για να σπάσεις πλάκα; Ε, το’ κανες ποτέ σου;
Φαντάζομαι πως ναι.
Λοιπόν, πολλαπλασίασε αυτή την ευχαρίστηση επί εκατομμύρια φορές. Μου αρέσει να συνθλίβω ζωές, ελπίδες, όνειρα, τη χαρά, την ειρήνη, την ευτυχία, την υγεία, την προκοπή και την αρμονία. Απλώς μου αρέσει πάρα πολύ! Έντομα. Έτσι σας βλέπω όλους. Αβοήθητα έντομα που θέλω να πολτοποιήσω.
Θα με αφήσεις να φύγω από εδώ, για να πω στους ανθρώπους τα σχέδιά σου; Γιατί εάν σε εκθέσω, οι άνθρωποι θα σε πάρουν πιο σοβαρά και θα σε προσέχουν.
Δεν έχω σκοπό να σε σταματήσω. Δεν μπορείς να με βλάψεις ούτε εμένα ούτε τα σχέδιά μου. Έχω εκτεθεί στους ανθρώπους από την πολύ αρχή και το λέει και το Βιβλίο σου. Επιπλέον εάν διαβάζεις το Βιβλίο σου και εάν στ’ αλήθεια δεν είσαι δικός μου, τότε θα ξέρεις ότι δεν μπορώ να σε σταματήσω. Έχω εξουσία επάνω σους δικούς μου, αλλά όχι στους δικούς Του. Εγώ δεν είμαι τίποτα παραπάνω από ένας διαβολέας. Από εκεί βγαίνει και το όνομά μου. Ο διάβολος, αυτό είμαι. Οι άνθρωποι πάντα γνώριζαν τη φύση μου. 142.314.762 διέπραξαν μοιχεία φέτος. Όλοι εκτός από τρεις ήξεραν ότι είναι λάθος. Λοιπόν ξεκίνα. Πήγαινε πες τους τα και δες τι καλό θα βγει. Ήδη το ξέρουν μέσα στις καρδιές τους τι είναι κακό και τι καλό. Ο «Άλλος» έγραψε τις εντολές Του στις καρδιές τους. Εγώ απλώς έβαλα και λίγο από τον εαυτό μου μέσα. Σας κρατάω στο χέρι μου εσάς τους ανθρώπους και δεν σας αφήνω εύκολα. Αλλά από την άλλη, οι περισσότεροι από σας δεν θέλουν οι ίδιοι να με αφήσουν. Στο είπα είμαι πολύ καλός σε αυτό που κάνω.
Και τι γίνεται με τον Ιησού; Αυτόν δεν Τον φοβάσαι;
Γιατί να Τον φοβάμαι; Κοίτα το σκορ. Ακόμη και Κείνος το είπε: «επειδή, πλατιά είναι η πύλη, και ευρύχωρος ο δρόμος που φέρνει στην απώλεια (η απώλεια, είμαι εγώ) και πολλοί είναι αυτοί που μπαίνουν μέσα απ’ αυτή. Επειδή, στενή είναι η πύλη, και θλιμμένος ο δρόμος που φέρνει στη ζωή (η ζωή, είναι Εκείνος), και λίγοι είναι αυτοί που τη βρίσκουν.» Πρόσεξε ότι λέει πως πολλοί θα μπουν στο δικό μου δρόμο, αλλά μόνο λίγοι θα βρουν το δικό Του. Και να σου πω κάτι; Μη νομίσεις ότι όλοι όσοι βρίσκουν το δρόμο Του μπαίνουν σ’ αυτόν ή μένουν . Έχω πολλούς από αυτούς να στέκονται στην πόρτα. Γνωρίζοντας το σωστό δρόμο, αλλά ακόμα αναποφάσιστοι και παγιδευμένοι και χωρίς να θέλουν να εγκαταλείψουν τις απάτες μου. Ναι, κρατάω αρκετούς σε αυτή την κατάσταση. Βλέπεις, άλλο να τον βρεις το δρόμο και άλλο να τον πάρεις. Και όταν υπολογίσεις το σκορ, έχεις: Έναν ευρύχωρο δρόμο που οδηγεί σε μένα. Αυτό είναι το ισοδύναμο ενός αυτοκινητόδρομου οχτώ λωρίδων κυκλοφορίας σε ώρα αιχμής. Και έναν στενό και θλιμμένο δρόμο που οδηγεί σε Κείνον. Αυτό είναι το ισοδύναμο ενός μικρού μονοπατιού πάνω σε ένα βουνό, που το παίρνει κάποιος ταξιδιώτης καμιά φορά. Άρα γιατί να Τον φοβάμαι;
Ναι, αλλά στο τέλος θα καταστραφείς.
Και λοιπόν; Θα έχω βασιλέψει για χιλιάδες χρόνια και θα πάρω τους περισσότερους από σας μαζί μου.
Δεν έχεις καθόλου έλεος;
Το έλεος δεν είναι αντικείμενό μου. Ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν θα είναι. Είναι δικό Του γνώρισμα μόνο. Το αντικείμενο το δικό μου είναι η πλάνη, το ψέμα ότι θα λύσω τα προβλήματά σας και θα σας φέρω την ευτυχία. Αυτή η απάτη αποδίδει εδώ και χιλιάδες χρόνια και η επιτυχία της δε μειώνεται. Δελεάζω εσάς τους μικρούς και αδύναμους ανθρώπους με όλα τα υλικά πράγματα αυτού του κόσμου. Υλικά που σαπίζουν και εξαφανίζονται. Και εσείς οι ανόητοι συνεχίζετε να τα αγαπάτε.
Θα σε εκθέσω σε χιλιάδες ανθρώπους! Θα τους εξηγήσω ποιος είσαι στ’ αλήθεια! Θα τους κάνω να καταλάβουν!
Θα το διηγηθείς αυτό σε χιλιάδες, ίσως και σε εκατομμύρια ανθρώπους. Αλλά θα σου πω εγώ τι θα γίνει. Θα το ευχαριστηθούν. Κάποιοι θα πουν «Αμήν», κάποιοι θα το πουν και σε άλλους, αλλά δεν θα αλλάξουν. Για κάθε 3422 δικούς μου που θ’ ακούσουν αυτά που είπαμε σήμερα, μόνο ΕΝΑΣ θ’ αλλάξει. Μόνο ΕΝΑΣ. Ανόητε! Μόνο ο ένας θ’ αλλάξει. Τους άλλους θα τους κρατήσω εγώ. Και επίσης από την εμπειρία μου ξέρω, ότι και σας έχω και σας κρατάω, τους περισσότερους από σας. ΕΝΑΣ στους 3422! Εγώ θα κρατήσω τους 3421! Τι έχεις να πεις γι’ αυτό;
Ο Ιησούς Χριστός σου έχει ήδη δώσει την απάντηση:
«Σας λέω ότι έτσι θα είναι χαρά στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί, περισσότερο παρά για 99 δίκαιους, που δεν έχουν ανάγκη μετάνοιας.» (Λουκάς ιε΄ 7).
Δεν μπορούμε κατά κανένα τρόπο να καταλάβουμε την μεγάλη αγάπη του Θεού για μας. Η ανθρώπινη σκέψη, ειδικά όταν δεν έχει σχέση με την προσευχή, δεν μπορεί να προσεγγίσει τέτοια μεγέθη αγάπης. Υπάρχουν όμως περιστατικά της ζωής, θυσίας και αυτοθυσίας, που με έναν απλό, απτό και προσιτό για μας τρόπο μας δείνουν να καταλάβουμε έναν κόκκο από το μέγεθος αυτής της τεράστιας αγάπης του Θεού για μας και το τι σήμαινε να θυσιάσει ο Θεός τον Υιό του για χάρη μιας ανθρωπότητας που, στην πλειοψηφία της, δεν το αξίζει:
Επιστολή του ΠΟΥΒΛΙΟΥ ΛΕΝΤΟΥΛΟΥ για τον Ιησού Χριστό
Πώς μας κερδίζει ο Θεός; Ανυποψίαστα. Και σε απόλυτη ελευθερία. Εμείς Τον επιλέγουμε, αν θέλουμε, σε πλήρη ελευθερία. Αυτός απλά καθοδηγεί την αναζήτησή μας, ώστε να βρούμε τις πληροφορίες που χρειαζόμαστε και, γνωρίζοντας τα πράγματα, να αποφασίσουμε ελεύθερα. "Αυτός που ψάχνει θα βρει και σε αυτόν που χτυπάει την πόρτα θα του ανοιχθεί" μας είπε ο Χριστός μας και έτσι είναι, σε κάθε αναζήτηση.
ΕΓΙΝΑ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΕΙΧΑ ΟΜΠΡΕΛΑ !
Όσο αστείο κι΄ άν φαίνεται, μέσα στό σχέδιο τού Θεού έπαιξε ρόλο καί η έλλειψη μιάς απλής ομπρέλας...
Ένας από τους ιερείς της ενορίας του Έξετερ, ο μεγαλύτερος σε ηλικία, μας αφηγήθηκε τη δική του μοναδική ιστορία με την οποία γνώρισε την Oρθοδοξία:
"Ήμουν στο Παρίσι", μάς είπε, "έβρεχε κι έπρεπε κάπου να πάω για να μείνω στεγνός. Είδα κοντά μου μια πόρτα και μπήκα. Δεν μπορώ να πω ότι είδα το εξωτερικό της εκκλησίας διότι έβρεχε• απλά είδα την πόρτα και μπήκα.
Αν δεν έβρεχε, δεν θα έμπαινα!
Ανοίγοντας απότομα την εξωτερική πόρτα, παραπάτησα κι έπεσα σε μια άλλη πόρτα, κι έτσι μπήκα στην εκκλησία. Χωρίς να θέλω να ενοχλήσω κανένα, κάθισα πίσω στη γωνία και παρακολουθούσα. Μόλις απέκτησα περισσότερη αυτοπεποίθηση προχώρησα γιατί ήθελα να μάθω τι συμβαίνει, πού βρίσκομαι. Είδα τις εικόνες, τους σταυρούς και σκέφθηκα ότι πρέπει να ήταν εκκλησία.
Αναρωτιόμουν αν ήταν Εβραϊκή Συναγωγή, γιατί δεν είχα δει ποτέ να φορούν τα άμφια με τέτοιο τρόπο. Τα άμφια, το λιβάνι, ολόκληρη η οπτική εντύπωση της ακολουθίας μού άρεσαν και δεν ήθελα να φύγω. Άκουσα τη χορωδία σε τελείως διαφορετική γλώσσα, ούτε καν στα Γαλλικά. Ήταν Σλαβικά. Καθόμουν κι έβλεπα τότε τις εικόνες. Κι αν μου έλεγαν τότε, ότι σε 8 χρόνια θα έκανα κι εγώ το ίδιο, ως Διάκος, δεν θα τους πίστευα καθόλου.
Όσο ήμουν στο ναό και έβλεπα τον τρόπο που τελούνταν η ακολουθία, την τάξη που υπήρχε από ιερείς και πιστούς, αισθανόμουν πως εκεί ήταν ο ουρανός, και σκέφθηκα:
«Αν υπάρχει Θεός -διότι αναρωτιόμουν ως εκείνη τη στιγμή αν υπήρχε- αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να λατρεύεται».
Από τότε στην ενορία μας λένε πως «ο Νικάνωρ μπήκε στο ναό για να προστατευθεί από τη βροχή του ουρανού, και βρέθηκε στον Oυρανό!» Πάντα λέω σε όποιον έρχεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία για πρώτη φορά «Μπες στο ναό, προχώρησε στο μέσον της εκκλησίας και θα δεις μπροστά σου τις πύλες του Παραδείσου!» που δεν είναι τίποτε άλλο από το τέμπλο.
Πριν γίνω Ορθόδοξος, ήμουν πιστός με την Αγγλική έννοια του όρου: ο Θεός ήταν πάντα εκεί! Ήξερα να προσεύχομαι όταν το ήθελα. Επειδή ήμουν και από στρατιωτική οικογένεια, είχα τη νοοτροπία ότι «αν η Αγγλικανική Εκκλησία είναι αρκετά καλή για το βασιλικό Ναυτικό, είναι αρκετά καλή και για μένα!» (Ιf God is good enough for the Royal Navy, then it is good enough for me!). Αυτό ήταν το εύρος της θεολογίας μου!
Γύρισα πίσω στην Αγγλία κι άκουσα ότι στο Λονδίνο υπήρχε ένας επίσκοπος, ο Άντονυ Μπλουμ, αλλά δεν κυνήγησα τα πράγματα. Μια μέρα παρακολουθούσα στην τηλεόραση μια ταινία για τη Γαλλική Eπανάσταση. Τότε το πρόγραμμα της τηλεόρασης τελείωνε τα μεσάνυχτα και υπήρχε η συνήθεια στο BBC να προσκαλούν κάποιον για να κάνει τον επίλογο της ημέρας.
Ως επίλογος εκείνης της βραδιάς ήταν κάποιες προσευχές που παρουσίασε ο επίσκοπος Μπλουμ, της Ρώσικης Oρθόδοξης Εκκλησίας. Ήμουν έτοιμος να κλείσω την τηλεόραση, αλλά σκόνταψα στο χαλί που ήταν μπροστά της και έτσι δεν κατάφερα να την κλείσω. Ακούγοντας τις προσευχές παραξενεύτηκα και κάθισα ξανά να δω τη συνέχεια. Τότε ήρθαν στη μνήμη μου οι εικόνες από την εκκλησία στο Παρίσι!
Δεν είχα τη διεύθυνσή του, ωστόσο του έγραψα ένα γράμμα λέγοντάς του «σας άκουσα πριν από μια εβδομάδα στην τηλεόραση και ενδιαφέρομαι να γίνω Oρθόδοξος. Θα μπορούσα κάποια στιγμή να σας συναντήσω». Έγραψα στο φάκελο «Επίσκοπος Άντονυ Μπλουμ, Ρώσικη Εκκλησία, Λονδίνο», δεν ήξερα τίποτε άλλο. Άλλωστε, δεν θα υπήρχαν πολλές τέτοιες εκκλησίες στο Λονδίνο!
Τελικά μου απάντησε και τον συνάντησα για ένα ολόκληρο απόγευμα. Αργότερα μου πρότεινε να επικοινωνήσω με κάποιον ιερέα. Είχα επικοινωνία μαζί του μέσω αλληλογραφίας για θέματα Oρθοδοξίας, είχαμε δηλαδή κάτι σαν μαθήματα Oρθοδοξίας δι' αλληλογραφίας! Συνεχίσαμε αυτή την επικοινωνία για αρκετό καιρό και ένα Πάσχα έγινα Oρθόδοξος, και μετά από λίγα χρόνια Διάκονος».
Από την επικοινωνία με τους Bρετανούς Ορθοδόξους, γίνεται εύκολα αντιληπτό πως η αιτία, για την οποία αυτοί οι άνθρωποι γνώρισαν την πραγματική πίστη, ήταν το παράδειγμα κάποιων πιστών και η σωστή διδασκαλία όσων ανέλαβαν να τους κατηχήσουν. Η Oρθοδοξία σε χώρες της Δύσης, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, δεν είναι κάτι αυτονόητο.
Η ύπαρξή της οφείλεται κυρίως σε ανθρώπους που προσπάθησαν και προσπαθούν να βιώσουν την τελευταία εντολή του Κυρίου: «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά έθνη» (Ματθ. 28, 19 ) και να διδάξουν πως ο Χριστός δεν είναι ένα μέσον αποικιοκρατίας, αλλά η πηγή της Ζωής και ο Λυτρωτής του κόσμου.
Η ευθύνη όλων για το πώς θα πρέπει να βιώνουμε την πίστη μας είναι πολύ μεγάλης σημασίας. Είτε το καταλαβαίνουμε είτε όχι, καθημερινά δίνουμε μαρτυρία σε προσωπικό και ενοριακό επίπεδο ως μέλη πάντα του σώματος της Εκκλησίας. Γι' αυτό και όλοι μας έχουμε ευθύνη αν η λανθασμένη στάση και πρακτική μας γίνεται αιτία άνθρωποι να απομακρύνονται από την εκκλησία, και συνεπώς να μην δοξάζεται αλλά να βλασφημείται το όνομα του Κυρίου (Ρωμ. 2, 24).
Η Oρθοδοξία δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο των Ελλήνων ή των Ρώσων και Σέρβων. Το «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά έθνη» σημαίνει πως κάθε ένας χριστιανός οφείλει να γίνει κήρυκας του Ευαγγελίου και όχι να κρατήσει την αλήθεια για τον εαυτό του. Είναι παραπάνω από σίγουρο πως πρέπει άμεσα να αλλάξουμε στάση ζωής και με τη βοήθεια του Παναγίου Πνεύματος να προσεγγίσουμε την σωστή πίστη στον Χριστό.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
καλός και κακός λογισμός ή μυγα__μελισσα
Κάπως έτσι έβλεπε τα πράγματα και ο Σωκράτης, ο μεγάλος αρχαίος φιλόσοφος:
Όταν λοιπόν μας κατακλύζουν μηνύματα από παντού, μήπως υπάρχει τρόπος, απλός και δυνατός, να ξεκαθαρίσει ο νους μας;
Ο ΔΙΚΟΣ ΜΑΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ ΝΟΥ:
Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ ΝΟΥ ΜΑΣ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ ΚΑΙ ΕΝΗΛΙΚΕΣ
Διάλογος με έναν άθεο, π. Επιφάνιος
Το βρήκαμε αναρτημένο και στο YOU TUBE στον σύνδεσμο
http://youtu.be/ubLkdMfOAYc
Η παρακάτω ιστορία είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα για κάθε ηλικία με τέτοιες αναζητήσεις. Ο Άλαν ήταν ένας νέος που ψαχνόταν και νόμισε ότι ανακάλυψε κάτι στους γκουρού. Μέχρι που η αναζήτηση τον έφερε ...
Η ιστορία του Άλαν προέρχεται από το βιβλίο "Η Ασκητική της Αγάπης" της Γερόντισας Γαβριηλίας.
H ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΛΑΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου