Εικονικός γύρος της Αγιά Σοφιάς και φωτογραφικό υλικό, βίντεο, τραγούδια, στίχοι και εικόνες της Πόλης και των θρύλων της.
ΒΙΝΤΕΟ, ΕΙΚΟΝΙΚΕΣ ΠΕΡΙΗΓΗΣΕΙΣ, ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ
Τα σύμβολα της Βυζαντινής Μουσικής του "Υπερμάχω" |
"Σημαίνει ο Θιος"
"Σημαίνει ο Θιος, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια,
σημαίνει κ' η αγιά Σοφιά, το μέγα μοναστήρι,
με τετρακόσια σήμαντρα κ’ εξηνταδυό καμπάναις,
κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος.
Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης,
κι' απ' την πολλή την ψαλμουδιά εσειόντανε οι κολόνναις.
Να μπούνε 'ς το χερουβικό και νά βγη ο βασιλέας,
φωνή τους ήρθε εξ ουρανού κι' άπ' αρχαγγέλου στόμα.
"Πάψετε το χερουβικό κι' ας χαμηλώσουν τ' άγια,
παπάδες πάρτε τα γιερά, και σεις κεριά σβηστήτε,
γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψη.
Μόν στείλτε λόγο 'ς τη Φραγκιά, νάρτουνε τρία καράβια,
το ‘να να πάρη το σταυρό και τάλλο το βαγγέλιο,
το τρίτο, το καλύτερο, την άγια τράπεζα μας,
μη μας την πάρουν τα σκυλιά και μας την μαγαρίσουν".
Η Δέσποινα ταράχτηκε, κ' εδάκρυσαν οι εικόνες.
"Σώπασε, κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζης,
πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά σας είναι."
Πηγή: http://www.e-istoria.com/119.html
ΤΟ ΜΠΑΛΟΥΚΛΙ
(ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ)
Σαράντα μέρες πολεμά ο Μωχάμετ να πάρη
την Πόλη τη μεγάλη.
Σαράντα μέρες έκαμεν ο γούμενος το ψάρι
στα χείλη του να βάλη.
Απ' τις σαράντα κι ύστερα πεθύμησε να φάγη
τηγανισμένο ψάρι.
-Αν μας φυλάγ' η Παναγιά, καθώς μας εφυλάγει,
την Πόλη ποιός θα πάρη;
Ρίχτει τα δίχτυα στο γιαλό, τρία ψαράκια πιάνει,
- Θεός να τα βλογήση!-
Το λάδι βάλλει στη φωτιά μες στ' αργυρό τηγάνι,
για να τα τηγανίση.
Τα τηγανίζ' από τη μια και πα να τα γυρίση
κι από το άλλο μέρος.
Ο παραγιός του βιαστικά πετά να του μιλήση,
και τα 'χασεν ο γέρος!
-Μην τηγανίζεις, γέροντα, και μόσχισε το ψάρι
στην Πόλη τη μεγάλη!
Την Πόλη την εξακουστή οι Τούρκοι έχουν πάρει,
μας κόβουν το κεφάλι!
- Στην Πόλη Τούρκου δεν πατούν κι Αγαρηνού ποδάρια!
Μου φαίνεται σαν ψέμα!
Μ' αν είναι αλήθεια το κακό, να σηκωθούν τα ψάρια,
να πέσουν μες στο ρέμα!
Ακόμα ο λόγος βάσταγε, τα ψάρια απ' το τηγάνι,
τη μια μεριά ψημένα,
πηδήξανε και πέσανε στης λίμνης τη λεκάνη,
γερά, ζωντανεμένα.
Ακόμα ως τώρα πλέουνε, κόκκιν' από το μέρος,
όπου τα είχε ψήσει.
Φυλάγουν το Βυζάντιο ν' αναστηθή, κι ο γέρος
να τ' αποτηγανίση.
http://prosdokian.blogspot.com/2012/05/blog-post_4708.html
σημαίνει κ' η αγιά Σοφιά, το μέγα μοναστήρι,
με τετρακόσια σήμαντρα κ’ εξηνταδυό καμπάναις,
κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος.
Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης,
κι' απ' την πολλή την ψαλμουδιά εσειόντανε οι κολόνναις.
Να μπούνε 'ς το χερουβικό και νά βγη ο βασιλέας,
φωνή τους ήρθε εξ ουρανού κι' άπ' αρχαγγέλου στόμα.
"Πάψετε το χερουβικό κι' ας χαμηλώσουν τ' άγια,
παπάδες πάρτε τα γιερά, και σεις κεριά σβηστήτε,
γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψη.
Μόν στείλτε λόγο 'ς τη Φραγκιά, νάρτουνε τρία καράβια,
το ‘να να πάρη το σταυρό και τάλλο το βαγγέλιο,
το τρίτο, το καλύτερο, την άγια τράπεζα μας,
μη μας την πάρουν τα σκυλιά και μας την μαγαρίσουν".
Η Δέσποινα ταράχτηκε, κ' εδάκρυσαν οι εικόνες.
"Σώπασε, κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζης,
πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά σας είναι."
Το Δισκοπότηρο της Αντιόχειας που συνδέεται με τον μύθο του Αγίου Δισκοπότηρου http://www.tovima.gr/relatedarticles/article/?aid=20781 |
Πηγή: http://www.e-istoria.com/119.html
Το αγίασμα της Ζωοδόχου Πηγής στο Μπαλουκλί και τα ψάρια του |
ΤΟ ΜΠΑΛΟΥΚΛΙ
(ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΗΣ ΖΩΟΔΟΧΟΥ ΠΗΓΗΣ)
Σαράντα μέρες πολεμά ο Μωχάμετ να πάρη
την Πόλη τη μεγάλη.
Σαράντα μέρες έκαμεν ο γούμενος το ψάρι
στα χείλη του να βάλη.
Απ' τις σαράντα κι ύστερα πεθύμησε να φάγη
τηγανισμένο ψάρι.
-Αν μας φυλάγ' η Παναγιά, καθώς μας εφυλάγει,
την Πόλη ποιός θα πάρη;
Ρίχτει τα δίχτυα στο γιαλό, τρία ψαράκια πιάνει,
- Θεός να τα βλογήση!-
Το λάδι βάλλει στη φωτιά μες στ' αργυρό τηγάνι,
για να τα τηγανίση.
Τα τηγανίζ' από τη μια και πα να τα γυρίση
κι από το άλλο μέρος.
Ο παραγιός του βιαστικά πετά να του μιλήση,
και τα 'χασεν ο γέρος!
-Μην τηγανίζεις, γέροντα, και μόσχισε το ψάρι
στην Πόλη τη μεγάλη!
Την Πόλη την εξακουστή οι Τούρκοι έχουν πάρει,
μας κόβουν το κεφάλι!
- Στην Πόλη Τούρκου δεν πατούν κι Αγαρηνού ποδάρια!
Μου φαίνεται σαν ψέμα!
Μ' αν είναι αλήθεια το κακό, να σηκωθούν τα ψάρια,
να πέσουν μες στο ρέμα!
Ακόμα ο λόγος βάσταγε, τα ψάρια απ' το τηγάνι,
τη μια μεριά ψημένα,
πηδήξανε και πέσανε στης λίμνης τη λεκάνη,
γερά, ζωντανεμένα.
Ακόμα ως τώρα πλέουνε, κόκκιν' από το μέρος,
όπου τα είχε ψήσει.
Φυλάγουν το Βυζάντιο ν' αναστηθή, κι ο γέρος
να τ' αποτηγανίση.
"Ατθίδες Αύραι", Γεώργιος Βιζυηνός
ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ
Ο Βασιλιάς διέταξε μέγα Ναό να χτίσουν ,
να μην υπάρχει όμοιος,
σ’ όλη την οικουμένη,
άνθρωποι να τον φτιάξουνε, να τον θεμελιώσουν,
να
τελειώσει γρήγορα, για να τον Λειτουργήσουν.
Τότε ο Θεός του έστειλε της
Δόξης του Αγγέλους,
η σκέπη των πτερύγων τους δύναμη να τους δίνει,
δροσιά
ουράνιου ποταμού, τη δίψα να ποτίζει,
τα σύννεφα τα βροχερά, μην στάξουν μια
σταγόνα.
Και η Εκκλησιά τελείωσε, Αγιά Θεού Σοφία,
ο Ανθέμιος κι ο
Ισίδωρος, Θαυμάζουνε με δέος,
αυτό που φτιάξαν να γενεί, μέγας Ναός
Κυρίου,
έργο λαμπρό μοναδικό, Οίκος Θεού της Δόξης.
Ο Βασιλιάς σαν το
κοιτά δεν κρύβει τη χαρά του,
ευθύς προστάζει να γενεί μεγάλο
πανηγύρι,
κοιτάει ψηλά στον ουρανό, κοιτά την Εκκλησιά του,
κι ευθύς
φωνάζει δυνατά, σε νίκησα Σολομώντα.
Πέρασαν χρόνια και καιροί, κι η
Εκκλησιά εάλω,
ήτανε θέλημα Θεού, η Πόλις να τουρκέψει.
Το ξερε η Μάνα
Παναγιά, το ξέραν οι Αγγέλοι,
πως άπιστοι του Πέραντος θ΄ ανοίξουνε τις
πύλες.
Ήταν οι ίδιοι άνθρωποι, φυλής καταραμένης,
που μόνο σκοπό και
μέλημα έχουνε το χρήμα,
κι αντίχριστο τους βασιλιά, να έρθει
περιμένουν,
ήταν αυτοί που σταύρωσαν, τον Μέγα Ζωοδότη.
Μα ο Πανάγαθος
Θεός, ο Μέγας παντογνώστης,
που ξέρει τα μελλούμενα, τι θα γενεί στη
πλάση,
Μαρμαρωμένο Βασιλιά τώρα θε να σηκώσει,
που στέκεται ακοίμητος με
το σπαθί στο χέρι.
Και Δοξασμένος, Άγιος, ο Μέγας Αυτοκράτωρ,
με του
Θεού τη δύναμη, και με στρατιές Αγγέλων,
θα ξανακάνει αγρυπνιά και εορτή
μεγάλη,
τα σήμαντρα θα αντηχούν, θα ψέλνουν οι καμπάνες.
Αγίασμα θα
στάζουνε τα μάτια των Εικόνων,
καθώς θ’ ακούν το Βασιλιά να ψάλει
Υπερμάχω,
κι η Παναγιά θα ευλογεί τον Άγιο Βασιλιά μας,
δεν πρόκειται ν’
αφήσει πια ξανά, την Πόλη να εάλω.
http://prosdokian.blogspot.com/2012/05/blog-post_4708.htmlΔισκοπότηρο
Ήταν μια φορά κι έναν καιρό
μες στην Εκκλησιά την τρισυπόστατη,
ήταν το χρυσό και τ’ αργυρό
τ’ ακτινοδεμένο δισκοπότηρο.
Ήταν μια φορά κι ένα καιρό, μια φορά κι έναν καιρό.
Κι όταν λειτουργούσε ο παπάς
τη στιγμή που μόνος επροσκόμιζε
κάποιος του το πήρε – που το πας
τ’ ακτινοδεμένο δισκοπότηρο;
Στράφηκε και ρώτησε ο παπάς, ναι που το πας;
Που το πας μ’ ολάνοιχτα φτερά,
μόνο ο βασιλιάς μας εκοινώνησε
κοίταξε τι πλήθος καρτερά
τ’ ακτινοδεμένο δισκοπότηρο.
Που το πας μ’ ολάνοιχτα φτερά, ναι μ’ ολάνοιχτα φτερά;
Έτσι με τη Θεία Κοινωνιά
θα το κρύψω μέσα στον Παράδεισο
και στην πιο κρινόσπαρτη γωνιά
τ’ ακτινοδεμένο δισκοπότηρο.
Έτσι με τη Θεία Κοινωνιά, με τη Θεία Κοινωνιά;
Θα μεταλαβαίνουν οι ψυχές
των μαρτύρων που ‘χυσαν το αίμα τους
και θα ακούει ανήκουστες ευχές
τ’ ακτινοδεμένο δισκοπότηρο
από των μαρτύρων τις ψυχές, των μαρτύρων τις ψυχές;
Ώσπου να’ ρθει η ώρα κι η στιγμή
που ‘θε ν’ ακουστούν ευχές ανήκουστες
θα το ξαναφέρω με τιμή
τ’ ακτινοδεμένο δισκοπότηρο.
Ώσπου να’ ρθει η ώρα κι η στιγμή, να ‘ρθει η ώρα κι η στιγμή;
ΟΛΑ ΜΑΣ ΤΑ ΚΑΡΑΒΙΑ
Όλα μας τα καράβια πίσω γυρίσανε,
σπασμένα τα κατάρτια, σκισμένα τα πανιά,
ήρθαν από την Σμύρνη κι από τα Μουδανιά.
Φέραν των εκκλησιών μας τα δισκοπότηρα,
παιδιά, γυναίκες, γέρους, γένος ρωμιών πολύ,
τις ρίζες της φυλής μας απ' την Ανατολή.
Μα ένα μικρό καράβι πίσω δεν γύρισε,
ποιους κάβους αρμενίζει ποια πέλαγα γυρνά,
και πουθενά δεν βγαίνει, δεν φτάνει πουθενά.
Χρόνια το καρτερούμε και χρόνια πέρασαν,
δεν το είδε μήτε ναύτης, μήτε θαλασσαετός,
μήτ’ ερημίτης φάρος, μήτ’ άστρο της νυκτός.
Ωιμέ! Ωιμέ! Ω ω Ω!
Τάχα να ‘χει βουλιάξει, τάχα να στοίχειωσε,
δεν θα ξανά ‘ρθει τάχα στην πατρική του ακτή.
Ωιμέ κι έχει φορτώσει το πιο ακριβό φορτί.
Όλα τα χάσαμε όλα και μόνο φόρτωσε,
το πιο στερνό καράβι την ώρα του χαμού,
φόρτωσε την ελπίδα του ξαναγυρισμού.
Έλα μικρό καράβι, έλα ξεφόρτωσε,
δος μας το θησαυρό σου κι άνοιξε τα πανιά,
ολόισια για τη Σμύρνη και για τα Μουδανιά.
Πηγή: ΚΑΤΗΧΗΤΗΣ-ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ, εδώ.
"Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς" ή "Η κόκκινη Μηλιά"
Στίχοι: Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη Μηλιά
που λένε τα γραμμένα,
τo 'να σκοτώθηκε, τ' άλλο λαβώθηκε
δε γύρισε κανένα.
Για τον μαρμαρωμένο βασιλιά
ούτε φωνή, ούτε λαλιά.
τον τραγουδάει όμως στα παιδιά,
σαν παραμύθι η γιαγιά.
Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη Μηλιά
που λένε τα γραμμένα,
το 'να σκοτώθηκε, τ' άλλο λαβώθηκε
δε γύρισε κανένα.
Έστειλα δυο πουλιά στην Κόκκινη Μηλιά,
δυο πετροχελιδόνια,
μα κει εμμείνανε κι όνειρο γίνανε
και δακρυσμένα χρόνια.
Για τον μαρμαρωμένο βασιλιά
ούτε φωνή, ούτε λαλιά.
τον τραγουδάει όμως στα παιδιά,
σαν παραμύθι η γιαγιά.
ούτε φωνή, ούτε λαλιά.
τον τραγουδάει όμως στα παιδιά,
σαν παραμύθι η γιαγιά.
Κωνσταντίνος ΙΑ΄Παλαιολογος,
Ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου
γνωστός ως "ο μαρμαρωμένος βασιλιάς"
Μικρογραφία από χειρόγραφο του 15ου αι.
(Μοδένα, Βιβλιοθήκη Estence)
Αυτοκράτορας της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
Περίοδος εξουσίας
1448 - 1453
Στέψη
6 Ιανουαρίου 1449
Μυστράς
Προκάτοχος
Ιωάννης Η' Παλαιολόγος
Σύζυγος
Μαγδαληνή- Θεοδώρα (+1429), Αικατερίνη
Βασιλικός Οίκος
Δυναστεία Παλαιολόγων.
Πατέρας
Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος
Μητέρα
Ελένη Δραγάση
Γέννηση
1405
Κωνσταντινούπολη
Θάνατος
29 Μαΐου 1453
Κωνσταντινούπολη
Πηγή: ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Παράσταση της Δεήσεως.
Λέγεται ότι ήταν δωρεά
του αυτοκράτορα Μιχαήλ Παλαιολόγου
μετά την ανάκτηση της Πόλης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου